Δευτέρα 18 Μαρτίου 2024

Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

 

Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Μήν θεωρεῖς τίποτε ἄλλο, γιά στόχο τῆς ζωῆς σου ἐκτός ἀπό τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς.

Κάθε ἄλλο ἰδανικό, πού οἱ ἄνθρωποι σέ κάποια στιγμή προβάλλουν ὡς στόχο, δέν εἶναι ἄλλο παρά ἕνα κίνητρο παραπάνω -ἐάν ὄχι ἄμεσο μέσον- γιά τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς.

Ἡ οἰκογένεια, ἡ κοινωνία, τό κράτος, ὁ πολιτισμός, ὅλα αὐτά δέν εἶναι στόχος.

Ὅλα αὐτά εἶναι κίνητρο καί περισσότερο ἤ λιγότερο μέσον τοῦ κυρίου στόχου, τοῦ μόνου στόχου, τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς.

Ὅλα ἐκεῖνα πού ὁ χρόνος χτίζει καί γκρεμίζει, δέν εἶναι ἡ μόνιμή σου κατοικία, ἀλλά μόνο θλιβερή ἤ χαρούμενη ὑπενθύμιση αὐτῶν.

Ἡ μητέρα ἀχνά μόνο σοῦ θυμίζει τήν ἀνείπωτη μητρική στοργή, πού θά συναντήσει τήν ψυχή σου στόν ἄλλο κόσμο.

Ἡ γυναίκα μόνο ἀχνά σοῦ θυμίζει τήν γλυκειά ἑνότητα τῆς ψυχῆς σου μέ τόν Θεό.

Τά παιδιά ἀχνά μόνο σοῦ θυμίζουν τούς καρπούς, πού φέρει ἡ ἑνότητα τῆς ψυχῆς μέ τόν Θεό.

Οἱ φίλοι, ἀχνά μόνο σοῦ θυμίζουν τήν παρέα τῶν ἐξαίσιων οὐράνιων ἀγγέλων.

Ὅλες οἱ ἐπιστημονικές ἀνακαλύψεις ἀχνά μόνο σοῦ θυμίζουν τίς ἀνονείρευτες ἀποκαλύψεις καί τίς γνώσεις κοντά στόν Θεό.

Ἡ φύση μόνο ἀχνά σοῦ δείχνει ὅλη τήν πολυτέλεια καί τήν ὀμορφιά τοῦ μελλοντικοῦ κόσμου.

Οἱ μεγάλες πόλεις ἀχνά μόνο σοῦ θυμίζουν τή θαυμάσια πόλη τοῦ Μεγάλου Βασιλέως.

Ὅ,τι λέγεται εὐτυχία σ᾽ αὐτόν τόν κόσμο καί βιαστικά ἐξαφανίζεται σάν πρωϊνός ἄλικος οὐρανός, ἀχνά σοῦ θυμίζει τήν ἀληθινή εὐτυχία στόν κόσμο τῆς πραγματικότητας.

Σ᾽ αὐτόν τόν κόσμο τῶν σκιῶν καί τῆς διαύγειας μόνο ἡ ψυχή ἔχει τήν πραγματικότητα, τήν ὁποία μπορεῖ νά φυλάξει ἤ νά χάσει.

Σέ τί βοηθᾶ τόν ἄνθρωπο ἐάν κερδίσει ὅλα τά βασίλεια τῶν σκιῶν καί τῆς διαύγειας, καί χάσει τό βασίλειο τῆς πραγματικότητας;

Ὄντως, δέν τόν βοηθᾶ σέ τίποτα· εἶναι σάν νά ζεσταίνεται ἐπάνω στό φεγγάρι πού καθρεφτίζεται κάτω ἀπό τό νερό.

Σ᾽ αὐτό τόν κόσμο τοῦ ὀνείρου καί τῆς ὀνειροπόλησης, μόνο ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου φέρει τήν πραγματικότητα μέσα της.

Ἀλλοίμονο στόν ἄνθρωπο, πού καί αὐτή τή λίγη πραγματικότητα τήν μεταμορφώνει σέ ὄνειρο.

Ὅταν ξημερώσει ἡ ἡμέρα τῆς ἀφύπνισης, δέν θά ὑπάρχει τίποτε μέσα του νά ξυπνήσει.

ΜΙΛΑΜΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ,ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΖΟΥΜΕ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ

 

Μιλάμε για την αγάπη αλλά δεν την πράττουμε.

Όπως και με την προσευχή και την μετάνοια και την ταπείνωση…

Μιλάμε για τον Σταυρό, αλλά τον δικό μας τον σταυρό τον αρνούμαστε.

Μιλάμε για τον Χριστό, αλλά δεν ζούμε χριστιανικά.

Μιλάμε ο ένας στον άλλον, αλλά δεν επικοινωνούμε.

Λέμε ότι έχουμε σχέση μεταξύ μας, αλλά δεν ενώνονται οι ψυχές και οι καρδιές μας.

Μιλάμε για την αλήθεια υποκρινόμενοι.

Με μια φράση…

Αυτοαναιρούμαστε καθώς αυτοπροβαλόμαστε.

Εάν δεν δούμε την πραγματικότητά μας κατάματα και δεν θελήσουμε πραγματικά να αλλάξουμε, τότε δεν έχουν νόημα τα λόγια μας.

Ο λόγος έχει αξία όταν γίνεται πραγματικότητα.

Καλές οι θεωρίες μας, όμως οι πράξεις μας μετράνε.

Καλές και οι αναρτήσεις μας, αλλά χωρίς ανάλογη ζωή, απλά κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας.

Τουλάχιστον μια μικρή προσπάθεια, ένα φιλότιμο, θέλει να δει ο Θεός.

Διότι όσο κι αν μακρυά κι αν κοιτάς, δεν θα φτάσεις εκεί εάν δεν μπεις στην διαδικασία να ταξιδέψεις. Και στο ταξίδι μπορεί να συναντήσεις μεγάλες δυσκολίες αλλά και μεγάλες ευλογίες. Το θέμα είναι να μπεις στην διαδικασία αυτού του ταξιδιού της εξέλιξής σου, της πνευματικής σου προόδου, ώστε η ελπίδα σου να έχει και νόημα και ουσία…

Ας αφήσουμε τα μεγάλα λόγια και τις αλαζονικές ομολογίες μας κι ας ζήσουμε έστω λίγο με το φρόνημα και το πνεύμα που μας δίδαξε με το παράδειγμά του, ο Χριστός μας.

Διότι ο άνθρωπος που ζει όπως θέλει ο Χριστός παύει να έχει όλες εκείνες τις ανασφάλειες και τα κόμπλεξ που τον κάνουν να συμπεριφέρεται ως αυθεντία ή ως κριτής των πάντων ή ως διασώστης της Εκκλησίας, μόνο και μόνο για να καμουφλάρει την πνευματική του αδράνεια και την εμπαθή ζωή του…

Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ

 



Τη μνήμη του Αγίου Κυρίλλου του Αρχιεπισκόπου Ιεροσολύμων τιμά σήμερα, 18 Μαρτίου, η Εκκλησία μας.
Ο Άγιος Κύριλλος καταγόταν από την Παλαιστίνη και γεννήθηκε πιθανώς το έτος 313 μ.Χ. στα Ιεροσόλυμα.
Χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος υπό του Επισκόπου Ιεροσολύμων Μαξίμου του Γ’ (333 – 348 μ.Χ.), τον οποίο και διαδέχθηκε στην επισκοπική έδρα κατά τις αρχές του έτους 348 μ.Χ., είτε διότι ο Μάξιμος απομακρύνθηκε από τους αιρετικούς Αρειανούς, είτε διότι πέθανε.
Ο Άγιος αρχικά αδιαφορούσε για τις δογματικές «λεπτολογίες» και απέφευγε επιμελώς τον όρο «ομοούσιος». Γι’ αυτό ο Αρειανός Μητροπολίτης Κασαρείας Ακάκιος ενέκρινε την εκλογή του και τον χειροτόνησε Επίσκοπο. Αλλά συνέβη και εδώ, ότι αργότερα και στην περίπτωση του Αγίου Μελετίου, Πατριάρχου Αντιοχείας. Ο Άγιος δεν έμεινε εκτός του κλίματος της εποχής, ως προς τους δογματικούς αγώνες και από τους πρώτους μήνες της αρχιερατείας του αποδείχθηκε με τις περίφημες Κατηχήσεις του, υπερασπιστής των Αποφάσεων και των Όρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου.
Τους αγώνες του Αγίου Κυρίλλου εξήρε και η εν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδος του έτους 382 μ.Χ.: «Τής δέ γέ μητρός απασών τών Εκκλησιών, τής εν Ιεροσολύμοις, τόν αιδεσιμώτατον Κύριλλον επίσκοπον είναι γνωρίζομεν. Κανονικώς τέ παρά τών τής επαρχίας χειροτονηθέντα πάλαι καί πλείστα πρός τούς Αρειανούς εν διαφόροις τόποις αθλήσαντα».
Η δογματική τοποθέτηση του Αγίου Κυρίλλου υπήρξε η πρώτη αιτία ρήξεως με τον Επίσκοπο Ακάκιο Καισαρείας, ο οποίος στη συνέχεια ζητούσε διάφορες αφορμές για να καταστρέψει τον Άγιο.
Δεύτερη αιτία ήταν η διαφορά σχετικά με την δικαιοδοσία των δύο εδρών. Ως γνωστό, λόγω καταστροφής της πόλεως των Ιεροσολύμων η εκεί Χριστιανική κοινότητα διασκορπίστηκε, μετά δε την επανοικοδόμηση αυτής οι Χριστιανοί ήταν λίγοι, γι’ αυτό σε Μητρόπολη αναδείχθηκε η πρωτεύουσα της Παλαιστίνης, Καισάρεια.
Μετά από λίγο, όταν οι Χριστιανοί των Ιεροσολύμων αυξήθηκαν, η Επισκοπή Ιεροσολύμων ζήτησε αποκατάσταση της παλαιάς αυτής θέσεως. Το 325 μ.Χ. η Α’ Οικουμενική Σύνοδος, διά του 7ου Κανόνος αυτής, όριζε να τιμάται ιδιαίτερα κατά τα αρχαία έθιμα ο Επίσκοπος Αιλίας, δηλαδή Ιεροσολύμων, η δε Μητρόπολη Καισαρείας να διατηρεί το οικείο αξίωμα.
Η ασάφεια της διατυπώσεως του Κανόνος προκάλεσε διένεξη μεταξύ του Αγίου Κυρίλλου και του Ακακίου.
Ο τελευταίος ήταν σε πλεονεκτική θέση λόγω της υποστηρίξεως αυτού από τον Αρειανό αυτοκράτορα Κωνστάντιο (337 – 361 μ.Χ.) και αφού βρήκε πρόφαση κατά του Αγίου Κυρίλλου, ότι σε καιρό λιμού πούλησε ιερά κειμήλια και αναθήματα για να προσφέρει τροφή σε άπορους, καθαίρεσε τον Άγιο διά Συνόδου, η οποία συνήλθε στα Ιεροσόλυμα, το έτος 357 μ.Χ. και τον απομάκρυνε από εκεί.
Ο Άγιος Κύριλλος εξορίσθηκε στην Ταρσό της Κιλικίας και έγινε δεκτός υπό του εκεί Επισκόπου Σιλβανού, ο οποίος απέρριψε την αξίωση του Ακακίου να διακόψει την επικοινωνία του με τον Άγιο. Ωστόσο ο Άγιος Κύριλλος ζητούσε να διερευνηθεί η υπόθεσή του από μεγαλύτερη Σύνοδο.
Πράγματι, η Σύνοδος η οποία συνήλθε το έτος 359 μ.Χ. στα Ιεροσόλυμα, τον αποκατέστησε και τον αθώωσε, αλλά ο Ακάκιος, αφού κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη, ματαίωσε τις αποφάσεις της Συνόδου των Ιεροσολύμων δι’ άλλης Συνόδου, η οποία συνήλθε το έτος 360 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη και επικύρωσε την καθαίρεση και εξορία του Αγίου Κυρίλλου.
Ο Άγιος Κύριλλος επέστρεψε στην έδρα του, όπως και οι λοιποί εξόριστοι Επίσκοποι, το έτος 361 μ.Χ., επί αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτου, ο οποίος θέλοντας να έχει κοντά του όλους τους εχθρούς του αυτοκράτορα Κωνστάντιου, ανακάλεσε τους εξόριστους Αρχιερείς.
Ο Άγιος αισθανόταν την ανάγκη να επιδοθεί στη διαποίμανση του ποιμνίου του. Αλλά μετά τον θάνατο του Ιουλιανού του Παραβάτου, στις 26 Ιουλίου 363 μ.Χ., εξορίσθηκε και πάλι από τον αυτοκράτορα Ουάλη (364 – 378 μ.Χ.) για ένδεκα χρόνια και επανήλθε στα Ιεροσόλυμα μετά τον θάνατο του αυτοκράτορα, το έτος 378 μ.Χ.
Ο Άγιος Κύριλλος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 387 μ.Χ.
Το κύριο έργο του είναι οι Κατηχήσεις (23 στο σύνολο), οι οποίες εκφωνήθηκαν κατά την διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και της Διακαινησίμου εβδομάδας του έτους 348 μ.Χ. στη βασιλική της Αναστάσεως.
Σκοπός των Κατηχήσεων ήταν αφ’ ενός μεν η εισαγωγή των Κατηχουμένων στις θεμελιώδεις διδασκαλίες της πίστεως και του ηθικού βίου των Χριστιανών, αφ’ ετέρου δε η φανέρωση των Μυστηρίων της Εκκλησίας στους Νεοβαπτισθέντες. Η αξία των Κατηχήσεων του Αγίου Κυρίλλου είναι ανυπολόγιστη.
Κανένα έργο προ αυτού δεν εμφανίζει με τόση παραστατικότητα σχεδόν όλο το τελετουργικό της Ορθοδόξου Εκκλησίας, καθώς και το μυστηριακό και αγιαστικό σύστημα με τόση καταπληκτική ομοιότητα προς τα μέχρι σήμερα τελούμενα στο ναό, ώστε δικαιολογημένα να θεωρούμε ότι οι Κατηχήσεις του Αγίου Κυρίλλου αποτελούν έκτυπη αναπαράσταση και στην πράξη διατήρηση αυτής της ίδιας της Αποστολικής Τελετουργικής Παραδόσεως.
Απολυτίκιο:
Ήχος γ’. Την ωραιότητα.
Στολήν την ένθεον, αμφιεσάμενος, στύλος ολόφωτος, ώφθης της πίστεως, των Αποστόλων εν Σιών την χάριν κεκληρωμένος, όθεν ενδιέπρεψας, ευσέβειας τοις δόγμασι, και πιστώς εσκόρπισας, της σοφίας το τάλαντον. Καί νυν υπέρ ημών εκδυσώπει, Κύριλλε Πάτερ Ιεράρχα.

Κυριακή 17 Μαρτίου 2024

ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΕΚΡΟΥΣ ΕΞΑΤΜΙΖΟΝΤΑΙ,ΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΜΑΡΑΙΝΟΝΤΑΙ,ΑΛΛΑ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΑΝΕΒΑΙΝΕΙ ΩΣ ΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 

Η ΠΗΓΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ

 

Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Ὅλα τά ποτάμια πᾶνε στήν θάλασσα· καί ἡ θάλασσα νερό δέν χορταίνει (Ἐκκλ. 1, 7)! Τί ὄμορφα λόγια!

Ποτάμια εἶναι οἱ ἅγιοι. Ἔργο τους καί ἀποστολή τους εἶναι, μέ τά ἔργα τους, μέ τίς ἀρετές τους, καί μέ τά λόγια τους, νά ποτίζουν τήν διψασμένη γῆ: τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων, πού ζοῦν σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ζωή στήν γῆ κατά σάρκα.

Μά ὅση δραστηριότητα καί ἄν ἀναπτύσσουν οἱ ἅγιοι, καί ὅσες καί ἄν δίνουν συμβουλές, οἱ ἄνθρωποι θά μένουν διψασμένοι, ἄν δέν ψάξουν νά βροῦνε οἱ ἴδιοι τόν τρόπο, νά ξαναγυρίσουν μόνοι τους, μέ τήν καρδιά τους, στήν Πηγή ἐκείνη, ἀπό τήν ὁποία ξεπηγάζουν τά ἔργα πού κάνουν οἱ ἅγιοι.

Καί ὅσο θά τό ἀμελοῦν, ὅσο θά ἀμελοῦν νά ξαναγυρίσουν μέσα τους, στήν καρδιά τους, στόν ἔσω ἄνθρωπο καί νά πιαστοῦν ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Δημιουργοῦ μας, καί νά δεθοῦν μέ πόθο μαζί Του, τό χέρι τους, σέ ὅ,τι κι ἄν προσπαθοῦν νά κάμουν, θά πέφτει πάντα ἄψυχο· καί ὁ λόγος τους, ὄχι ἁπλᾶ δέν θά δροσίζει τά χείλη τους, ἀλλά ἀντίθετα, ὅλο καί πιό πολύ θά τά στεγνώνει!

Οἱ ἅγιοι ἀγωνίζονταν, ὅλο καί πιό πολύ, νά ξαναγυρίζουν μέσα τους, καλλιεργώντας τήν ἀγάπη· καί ἐκεῖ στά βάθη τῆς καρδιᾶς τους εὕρισκαν καί ρουφοῦσαν ἐκεῖνα, πού τώρα, μέ τήν δράση τους, μέ τά ἔργα τους, καί μέ τά λόγια τους, τά διοχετεύουν στόν κόσμο.

 † ὁ Νικοπόλεως Μελέτιος

ΟΥΔΕ Ο ΠΑΤΗΡ ΥΜΩΝ ΑΦΗΣΕΙ


 «Ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν» (Ματθ. 6, 14)

«῍Αν δὲν συγχωρήσετε στοὺς ἀνθρώπους τὰ παραπτώματά τους, οὔτε κι ὁ Πατέρας σας θὰ συγχωρήσει τὰ δικά σας παραπτώματα». 

            Δεν είναι τυχαίες οι επισημάνσεις του Χριστού στην επί του Όρους ομιλία, τις οποίες μάς υπενθυμίζει η Εκκλησία εν όψει της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, καθώς ακούγονται στο ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής της Τυρινής.

            Πρώτον, μας υπενθυμίζει ο Χριστός ότι ο Θεός είναι Πατέρας μας. Σε κάθε περίοδο, ιδιαιτέρως όμως κατ’ αυτήν της άσκησης, της ηθελημένης δηλαδή παραίτησης από το δικαίωμα κατανάλωσης κάθε τροφής και της επιλογής με τον τρόπο της Εκκλησίας, της υπακοής δηλαδή σε μια αρχή που είναι πιο πάνω από το «εγώ», τόσο το ατομικό όσο και το κοινωνικό, καλούμαστε να μη λησμονήσουμε ότι όλος ο αγώνας της ζωής γίνεται διότι έχουμε Πατέρα εν ουρανοίς. Ο Πατέρας δεν είναι ο αφέντης εξουσιαστής, αλλά Εκείνος που μας υπενθυμίζει ότι η ζωή έχει όρια. Μας υπενθυμίζει ότι η αγκαλιά Του είναι ανοιχτή. Ότι όσο κι αν μέσα μας το θέλημά μας μάς λέει ότι έχουμε δικαίωμα να ζήσουμε, να επιλέξουμε, να παραβιάσουμε, να αρνηθούμε, εντούτοις  Εκείνος είναι παρών και περιμένει και την μετάνοιά μας. Και όχι μόνο. Περιμένει την απόφασή μας να είμαστε παιδιά Του στην πράξη. Διότι η ζωή της Εκκλησίας είναι μία συνεχής πρόσκληση αποδοχής της υιότητας, της αναγνώρισης της πατρότητας, της εμπιστοσύνης στον Πατέρα. Και ιδίως κατ’ αυτήν την περίοδο, το ζήτημα της ελευθερίας μας είναι κομβικό. Δεν είναι η Σαρακοστή εξαναγκασμός, ούτε «πρέπει». Παλεύουμε στο πνευματικό σκοτάδι των καιρών, διότι έχουμε Πατέρα και θέλουμε να επιστρέφουμε σ’ Αυτόν.

            Δεύτερον, μας υπενθυμίζει ο Χριστός ότι η σχέση μας με τον Θεό ως Πατέρα περνά μέσα από τους ανθρώπους. Από την μία μάς καλεί να συγχωρέσουμε όσους μας οφείλουν και από την άλλη η νηστεία μας να μην γίνεται προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις. Μας καλεί ο Χριστός να κοιτάξουμε εντός μας, να ξαναδούμε τις σχέσεις μας με τους άλλους, να δούμε ποιοι μας πλήγωσαν και σε ποιους η καρδιά μας έχει ψυχρότητα και να κάνουμε το μεγάλο βήμα να αφήσουμε ό,τι μας χωρίζει πίσω, ανεξαρτήτως της ανταπόκρισης  των άλλων, ανεξαρτήτως του κατά πόσον έχουμε δίκιο, περισσότερο ή λιγότερο. Μπορεί αυτό να είναι επώδυνο. Είναι όμως αυθεντική απόδειξη ότι γνωρίζουμε τι θέλει και τι πρόκειται να κάνει ο Θεός ως Πατέρας. Ζητά από εμάς τη δική Του συνέπεια, τον δικό Του τρόπο. Εκείνος δεν κρατά σε κανέναν καμία οφειλή. Το ίδιο θέλει και από εμάς. Να είμαστε έτοιμοι να ξαναχτίσουμε σχέσεις ή, τουλάχιστον, να μπορούμε να συνυπάρξουμε τόσο εσωτερικά, στην καρδιά μας, όσο και εξωτερικά, στην καθημερινότητά μας, με όσους μας πλήγωσαν. Είναι ασήμαντη η οφειλή, μπροστά στην αγάπη. Και ο Χριστός ζητά από εμάς να μη λησμονούμε ότι στο όριο της ζωής μας που είναι ο θάνατος, θα επέλθει η δικαιοσύνη της φανέρωσης και των δικών μας οφλημάτων, για τα οποία θα θέλουμε άφεση. Ας μην μείνουμε λοιπόν εγκλωβισμένοι στο τι ζητάμε, αλλά ας κάνουμε το βήμα του τι δίνουμε.

 Όμως και η νηστεία δεν πρέπει να γίνεται για να μας επιδοκιμάσουν οι άνθρωποι. Αυτό είναι στην πραγματικότητα η απόφαση του νηστεύοντος να κάνει τη νηστεία για να δοξαστεί από τους άλλους και όχι για να βρει τα όριά του, ό,τι τον χωρίζει από τον Πατέρα. Υπακούει στην ανθρωπαρέσκεια και όχι στην Εκκλησία που του ζητά την ταπεινοσύνη. Καμία σχέση, ούτε με τον Θεό ούτε με τους ανθρώπους, δεν θα προχωρήσει αυθεντικά αν η δική μας επίδειξη είναι το κίνητρο.

            Τέλος, ο Χριστός μας υπενθυμίζει ότι κέντρο της ζωής μας είναι η καρδιά μας. Όπου ανήκει η καρδιά μας, στον θησαυρό που έχουμε επιλέξει, εκεί είναι και το νόημα της ζωής μας, εκεί κρινόμαστε. Κι αυτή η περίοδος της Σαρακοστής είναι μία εξαιρετική ευκαιρία να δούμε ποιος είναι ο θησαυρός μας και πού βρίσκεται η καρδιά μας. Είναι τα επίγεια, αγαθά, δόξα, απολαύσεις, εγωκεντρισμός, αίσθηση ότι δεν υπάρχει ουρανός, παράδοση στην κατά βάθος ματαιότητα ή η καρδιά μας γυρίζει στην αγάπη, στο μοίρασμα, στη συγχώρεση, στην αναζήτηση του Θεού και του πλησίον; Η ζωή της Εκκλησίας, βάζοντάς μας τα όρια που είναι δοκιμασμένα στους αιώνες χάρις στην παράδοσή μας, μάς δείχνει τον δρόμο που αναδεικνύει την μοναδική αξία της ύπαρξης, η οποία δεν μένει στο παρόν, αλλά ζητά ουρανό!

            Καλόν αγώνα, καλό στάδιο, καλή Σαρακοστή! 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός 

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΛΕΞΙΟΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 


Τη μνήμη του Οσίου Αλεξίου του Ανθρώπου Του Θεού τιμά σημερα, 17 Μαρτίου, η Εκκλησία μας.
Ο Όσιος Αλέξιος γεννήθηκε στη Ρώμη κατά τους χρόνους των αυτοκρατόρων Αρκαδίου (395 – 408 μ.Χ.) και Ονωρίου (395 – 423 μ.Χ.) από ευσεβείς και εύπορους γονείς.
Ο πατέρας του Ευφημιανός ήταν συγκλητικός, φιλόπτωχος και συμπαθής, ώστε καθημερινά παρέθετε τρεις τράπεζες στο σπίτι του για τα ορφανά, τις χήρες και τους ξένους που ήταν πτωχοί. Η γυναίκα του ονομαζόταν Αγλαΐς και ήταν άτεκνη. Στη δέησή της να αποκτήσει παιδί, ο Θεός την εισάκουσε. Και τους χάρισε υιό.
Αφού το παιδί μεγάλωσε κι έλαβε την κατάλληλη παιδεία, έγινε σοφότατος και θεοδίδακτος. Όταν έφθασε στη νόμιμη ηλικία, τον στεφάνωσαν με θυγατέρα από βασιλική και ευγενική γενιά. Το βράδυ όμως στο συζυγικό δωμάτιο ο Όσιος, αφού πήρε το χρυσό δακτυλίδι και τη ζώνη, τα επέστρεψε στην σύζυγό του και εγκατέλειψε τον κοιτώνα.
Παίρνοντας αρκετά χρήματα από τα πλούτη του έφυγε με πλοίο περιφρονώντας την ματαιότητα της επίγειας δόξας. Καταφθάνει στην Λαοδικεία της Συρίας και από εκεί στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας. Εκεί ο Όσιος Αλέξειος μοίρασε τα χρήματα στους πτωχούς, ακόμη και τα ιμάτιά του, και, αφού ενδύθηκε με κουρελιασμένα και χιλιομπαλωμένα ρούχα, κάθισε στο νάρθηκα του ναού της Υπεραγίας Θεοτόκου, ως ένας από τους πτωχούς.
Προτίμησε έτσι να ζει με νηστεία όλη την εβδομάδα και να μεταλαμβάνει των Αχράντων Μυστηρίων κάθε Κυριακή, ενώ μόνο τότε έτρωγε λίγο άρτο και έπινε λίγο νερό.
Οι γονείς του όμως τον αναζητούσαν παντού και έστειλαν υπηρέτες τους να τον βρουν. Στην αναζήτησή τους έφθασαν μέχρι το ναό της Έδεσσας, χωρίς ωστόσο να τον αναγνωρίσουν. Οι δούλοι επέστρεψαν άπρακτοι στη Ρώμη, ενώ η μητέρα του Αλέξιου με οδύνη, φορώντας πτωχά ενδύματα, καθόταν σε μια θύρα του σπιτιού πενθώντας νύχτα και ημέρα. Το ίδιο και η νύφη, που φόρεσε τρίχινο σάκκο και παρέμεινε κοντά στην πεθερά της.
Ο Όσιος Αλέξιος για δεκαεπτά χρόνια παρέμεινε στο νάρθηκα του ναού της Θεοτόκου ευαρεστώντας το Θεό. Και μια νύχτα η Θεοτόκος παρουσιάστηκε στον προσμονάριο του ναού σε όνειρο και του ζήτησε να του φέρει μέσα στο ναό τον άνθρωπο του Θεού. Τότε ο προσμονάριος, αφού βγήκε από το ναό και δεν βρήκε κανένα παρά μόνο τον Αλέξιο, εδεήθηκε στη Θεοτόκο να του υποδείξει τον άνθρωπο, όπως κι έγινε. Τότε πήρε από το χέρι τον Όσιο Αλέξιο και τον εισήγαγε στο ναό με κάθε τιμή και μεγαλοπρέπεια.
Μόλις ο Όσιος κατάλαβε ότι έγινε γνωστός εκεί, έφυγε κρυφά και σκέφτηκε να πάει στην Ταρσό, στο ναό του Αγίου Παύλου του Αποστόλου, όπου εκεί θα ήταν άγνωστος. Αλλα όμως σχεδίασε η Θεία Πρόνοια. Γιατί βίαιος άνεμος άρπαξε το πλοίο και το μετέφερε στη Ρώμη. Βγαίνοντας από το πλοίο κατάλαβε ότι ο Κύριος ήθελε να επανέλθει ο Αλέξιος στο σπίτι του.
Όταν συνάντησε τον πατέρα του, που δεν αναγνώρισε τον υιό του, του ζήτησε να τον ελεήσει και να τον αφήσει να τρώει από τα περισσεύματα της τράπεζάς του. Με μεγάλη προθυμία ο πατέρας του δέχθηκε να τον ελεήσει και μάλιστα του έδωσε κάποιο υπηρέτη για να τον βοηθάει. Κάποιοι δούλοι από την οικία τον πείραζαν και τον κορόιδευαν, όμως αυτό δεν τον ένοιαζε. Έδινε την τροφή του σε άλλους, παραμένοντας όλη την εβδομάδα χωρίς τροφή και νερό, και μόνο μετά την Κοινωνία των Θείων και Αχράντων Μυστηρίων δεχόταν λίγο άρτο και νερό.
Έμεινε λοιπόν για δεκαεπτά χρόνια στον πατρικό οίκο χωρίς να τον γνωρίζει κανένας. Όταν έφθασε ο καιρός της κοιμήσεώς του, τότε κάθισε κι έγραψε σε χαρτί όλο το βίο του, τους τόπους που πέρασε, αλλά και κάποια από τα μυστικά που γνώριζαν μόνο οι γονείς του. Κάποια Κυριακή, όταν ο Αρχιεπίσκοπος Ιννοκέντιος τελούσε τη Θεία Λειτουργία, ακούσθηκε φωνή από το Άγιο Θυσιαστήριο, που καλούσε τους συμμετέχοντες να αναζητήσουν τον άνθρωπο του Θεού.
Την Παρασκευή ο Όσιος Αλέξιος παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Θεού, ενώ το απόγευμα της ίδιας μέρας οι πιστοί βασιλείς και ο Αρχιεπίσκοπος προσήλθαν στο ναό για να δεηθούν στο Θεό να τους αποκαλύψει τον άγιο άνθρωπο του Θεού. Τότε μια φωνή τους κατηύθυνε στο σπίτι του Ευφημιανού. Λίγο αργότερα οι βασιλείς μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο έφθασαν στο σπίτι του Ευφημιανού, προξενώντας μάλιστα την απορία της γυναίκας και της νύφης του για την παρουσία τους εκεί, και ρώτησαν τον Ευφημιανό.
Όμως εκείνος, αφού ρώτησε πρώτα τους υπηρέτες, είπε ότι δεν γνώριζε τίποτα. Στην συνέχεια ο υπηρέτης που φρόντιζε τον Όσιο Αλέξιο, παρακινούμενος από θεία δύναμη ανέφερε τον τρόπο ζωής του πτωχού, τον οποίο εξυπηρετούσε. Τότε ο Ευφημιανός χωρίς να γνωρίζει ότι ο Όσιος είναι ήδη νεκρός, αποκάλυψε το πρόσωπο αυτού, που έλαμπε σαν πρόσωπο αγγέλου.
Στο χέρι του Οσίου μάλιστα είδε χαρτί, που δεν μπόρεσε να αποσπάσει. Στη συνέχεια ανέφερε στους επισκέπτες του ότι βρέθηκε ο άνθρωπος του Θεού. Οι βασιλείς και ο Αρχιεπίσκοπος τότε εδεήθησαν στον Όσιο να τους επιτρέψει να δουν το χαρτί που είχε στο χέρι του. Μόλις ο αρχειοφύλακας πήρε στο χέρι του το χαρτί, ο Ευφημιανός αντιλήφθηκε ότι επρόκειτο για τον υιό του, τον οποίο αναζητούσε χρόνια τώρα, και μεγάλο πένθος έπεσε στην οικογένειά του. Θρήνος μεγάλος και από την γυναίκα και τη νύφη του.
Ο βασιλεύς Ονώριος και ο Αρχιεπίσκοπος μετέφεραν το τίμιο λείψανο του Οσίου στο μέσο της πόλεως και κάλεσαν όλο το λαό για να έλθει να προσκυνήσει και να λάβει ευλογία. Όσοι προσέρχονταν και ασπάζονταν το τίμιο λείψανο, άλαλοι, κουφοί, τυφλοί, λεπροί, δαιμονισμένοι, όλοι θεραπεύονταν.
Βλέποντας αυτά τα θαύματα οι πιστοί δόξαζαν τον Θεό. Ήταν τόσος ο κόσμος που προσερχόταν για να δει το τίμιο λείψανο, που δεν μπορούσαν να το μεταφέρουν στο ναό του Αγίου Βονιφατίου για να το ενταφιάσουν. Έριξαν ακόμη και χρυσό και άργυρο στον κόσμο για να του αποσπάσουν την προσοχή, αλλά μάταια.
Όταν πια μεταφέρθηκε το τίμιο λείψανο στο ναό, για επτά μέρες γιόρταζαν πανηγυρικά και στην γιορτή συμμετείχαν οι γονείς και η νύφη. Στη συνέχεια τοποθετήθηκε το τίμιο λείψανο σε θήκη φτιαγμένη από χρυσό, άργυρο και πολύτιμους λίθους. Αμέσως άρχισε να ευωδιάζει και να αναβλύζει μύρο, το οποίο έγινε ίαμα και θεραπεία για όλους.
Απολυτίκιο:
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Εκ ρίζης εβλάστησας, περιφανούς και κλεινής, εκ πόλεως ήνθησας, βασιλικής και λαμπράς, Αλέξιε πάνσοφε· πάντων δ᾽ υπερφρονήσας, ως φθαρτών και ρεόντων, έσπευσας συναφθήναι, τω Χριστώ και Δεσπότη. Αυτόν ούν εκδυσώπει αεί, υπέρ των ψυχών ημών.

Σάββατο 16 Μαρτίου 2024

ΑΣ ΜΗΝ ΦΤΑΝΟΥΜΕ ΚΑΤ'ΕΥΘΕΙΑΝ ΣΤΟ ΑΛΛΟ ΑΚΡΟ,ΣΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΑΠΑΞΙΩΣΗ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ

 

Ἂς μή φτάνουμε κατ’ εὐθείαν στό ἄλλο ἄκρο, στήν πλήρη ἀπαξίωση τῆς νηστείας

Ὁ Χριστὸς τονίζει τὴν τεράστια σημασία τῆς συγχώρησης πρὸς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μᾶς ἔφταιξαν καὶ τὴ θεωρεῖ ἀπόλυτη καὶ ἀναντικατάστατη προϋπόθεση γιὰ τὴ δική μας συγχώρηση ἀπὸ τὸν Θεό. Δὲν ὑποτιμᾶ ὅμως καὶ τὰ ἄλλα πνευματικὰ ἀγωνίσματα ποὺ πρέπει νὰ κάνουμε, ξεκινώντας ἀπὸ τὴ νηστεία, γιὰ τὴν ἀποδέσμευσή μας ὄχι μόνο ἀπὸ τὴν εὐχαρίστηση τοῦ φαγητοῦ, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ κάθε ἄλλη σωματικὴ φιληδονία, καὶ ἐπιπλέον ἀπὸ τὶς ζημιογόνες ἐγωκεντρικὲς προσκολλήσεις τῆς ψυχῆς, μὲ κυρίαρχη τὴν ἐπιθυμία γιὰ πλοῦτο καὶ θησαυρισμό, δηλαδὴ τὴ φιλαργυρία, ποὺ εἶναι κατ’ οὐσίαν εἰδωλολατρία. Ἐν ὄψει λοιπὸν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τὰ ἀνωτέρω ζωτικὰ ἀθλήματα πρόκεινται ἀμέσως ἐνώπιόν μας (Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς).

  Εἴθισται βέβαια νὰ τονίζεται ὅτι ἡ νηστεία μόνο ἀπὸ τροφὲς δὲν ἔχει ἀξία, ἂν δὲν συνοδεύεται ἀπὸ τὴν παράλληλη ἄσκηση ἀποχῆς ἀπὸ κάθε κακία. Προσοχὴ ὅμως ἐδῶ! Ἂς μὴ φτάνουμε κατ’ εὐθείαν στὸ ἄλλο ἄκρο, στὴν πλήρη ἀπαξίωση τῆς νηστείας. «Καλὴ καρδιὰ νὰ ἔχεις, λένε μερικοί. Τί νὰ τὴν κάνεις τὴ νηστεία;»
 Ἔχει μεγάλη ὅμως ἀξία ἡ νηστεία καὶ καθ’ ἑαυτήν. Οὐσιαστικὰ εἶναι ἡ ἀρχὴ κάθε πνευματικοῦ ἀγώνα. Τὸ πρῶτο βῆμα στὴ σύνολη πνευματικὴ ἄσκηση. 
Μὲ τὴν ἀποχὴ ἀπὸ τὰ εὐχάριστα φαγητά, μᾶς ἐκπαιδεύει.
 Μᾶς μαθαίνει πῶς νὰ ἀπέχουμε καὶ ἀπὸ ἄλλες εὐχαριστήσεις. 
Πῶς νὰ ἔχουμε ὑπὸ ἔλεγχο τὶς ἐπιθυμίες ποὺ μᾶς ὠθοῦν στὴν ἐκτροπὴ ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. 
 Τὸ πρῶτο μάθημα τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο ἦταν ἡ ἄσκηση τῆς νηστείας. Ὅρισε ἕνα δέντρο στὸν Παράδεισο καὶ εἶπε «οὐ φάγεσθε ἀπ’ αὐτοῦ» (Γεν. 2, 17). Ἀκόμα καὶ ὁ πιὸ ἀδύναμος πνευματικὰ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ καταφέρει σχετικὰ εὔκολα νὰ νηστέψει.

Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος δὲν παρέλειψε νὰ νομοθετήσει στὸ Εὐαγγέλιό του τὰ τῆς νηστείας. Καὶ ἡ Ἐκκλησία τὴν παρέλαβε καὶ τὴν ἔκαμε ἀρχὴ καὶ βάση τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, καθορίζοντας πότε καὶ πῶς πρέπει νὰ νηστεύουμε μέσα στὸ λειτουργικὸ ἔτος. Πάνω ὅμως ἀπὸ ὅλους τοὺς περὶ νηστείας κανόνες ποὺ διαμορφώθηκαν ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση, ἡ Ἐκκλησία διὰ τῶν θεοφόρων Πατέρων της ὅρισε ἕναν ἀπαράβατο γενικὸ κανόνα γιὰ τὴ νηστεία.

Ποιὸς εἶναι ὁ κανόνας αὐτός; Τὸ ὅτι δὲν παραδίδεται ἕνας καὶ μόνο τρόπος νηστείας. Ἐπειδὴ δὲν ἔχουν ὅλοι τὴν ἴδια ψυχικὴ καὶ σωματικὴ δύναμη, οἱ ἅγιοι Πατέρες δὲν παρέδωσαν ἕναν ἄκαμπτο κανόνα, μιὰ τυφλὴ γενικὴ συνταγὴ νηστείας, ποὺ νὰ ἰσχύει γιὰ ὅλους ἀναγκαστικά. Ὁ καθένας λοιπὸν νηστεύει

α) ἀνάλογα μὲ τὴν ἡλικία του. Ἀλλιῶς οἱ γέροι, ἀλλιῶς οἱ ἐνήλικες, ἀλλιῶς τὰ παιδιά.
β) ἀνάλογα μὲ τὴν ὑγεία του. Ἀλλιῶς οἱ γεροί, ἀλλιῶς οἱ ἀσθενικοί.
γ) ἀνάλογα μὲ τὴ σωματικὴ ἀντοχὴ καὶ ἰδιοσυγκρασία του. Ἕνα πλῆθος βιολογικοὶ καὶ ψυχολογικοὶ παράγοντες διαμορφώνουν τὴν ἰδιαίτερη φυσικὴ κατάσταση, τὴν κράση τοῦ κάθε ἀνθρώπου.

Μὲ τὸν τρόπο του λοιπὸν ὁ καθένας, μποροῦμε ὅλοι μας κάπως νὰ νηστέψουμε. Ἐκτὸς καὶ δὲν θέλουμε.
Ὅλα εἶναι θέμα δικῆς μας ἐπιλογῆς. Ὁ δικός μας Θεὸς δὲν ἀναγκάζει ποτέ! Προτείνει μόνο.
π. Δημητρίου Μπόκου

ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ:ΝΑ ΔΙΑΒΕΙΤΕ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΠΟΥ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΑΣ ΑΝΟΙΓΕΙ Η ΜΕΓΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

 

«Είναι εντυπωσιακό πως ο άνθρωπος σήμερα πιστεύει όσο ποτέ άλλοτε στο αλάθητο και στην παντοδυναμία. Ο άνθρωπος σήμερα δεν νοιάζεται για την αλήθεια, προσδοκά μόνο την εύκολη εκπλήρωση κάθε του επιθυμίας. Γι’ αυτό και εχθρεύεται κάθε συζήτηση περί σωστού και λάθους. Θεωρεί τον εαυτό του υπέρ άνω κάθε κριτικής και κάθε ηθικής», αναφέρει ο Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ στην Εγκύκλιο του για την έναρξη της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

Διαβάστε αναλυτικά την Εγκύκλιο του Σεβαστού Ιεράρχη:

Πέρασαν ήδη τρεις εβδομάδες από τότε που στις Εκκλησιές μας άνοιξε το βιβλίο του Τριωδίου για να πληρωθεί η ψυχή μας με ποίηση, με κατάνυξη, με θαυμασμό για το μέγεθος της θείας ευσπλαχνίας, για το ανεξάντλητο της θείας αγάπης.

Τότε ήταν που πρωτοακούσαμε από τους καλούς μας ψάλτες τον ύμνο:

«Της μετανοίας άνοιξόν μοι πύλας Ζωοδότα,

ορθρίζει γαρ το πνεύμά μου, προς ναόν τον άγιόν σου,

ναόν φέρον του σώματος, όλον εσπιλωμένον,

αλλ’ ως οικτίρμων κάθαρον, ευσπλάγχνω σου ελέει».

Σήμερα, το αιτημα αυτό του ύμνου εισακούεται. Στεκόμαστε ενώπιον των ανοιγμένων θυρών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, έτοιμοι να εισέλθουμε εντός του τόπου της μετανοίας. Κουβαλούμε το σπιλωμένο μας σώμα, μα και την πονεμένη μας ψυχή στον Άγιο Ναό του Θεού για να βρούμε καθαρμό και ανάπαυση, θεραπεία και παρηγορία. Ερχόμαστε να συναντηθούμε με την μετάνοια, να την διδαχθούμε από την Εκκλησία, να την αποδεχθούμε ως τρόπο ζωής και να την κομίσουμε στον κόσμο που μοιάζει παντελώς να την αγνοεί.

Κι είναι αλήθεια πως ο σημερινός άνθρωπος δυσκολεύεται πολύ να κατανοήσει το τι είναι η μετάνοια. Ακούμε συχνά άτομα επιφανή του κόσμου τούτου να δίνουν συνεντεύξεις προς τα τέλη του βίου τους και να διαλαλούν πως δεν μετανιώνουν για τίποτα από όσα έπραξαν στη ζωή τους· πως αν τους δινόταν μια δεύτερη ευκαιρία να ξεκινήσουν από την αρχή δεν θα άλλαζαν τίποτα. Κι αναρωτιέται κανείς: μα τούτος ο άνθρωπος δεν πλήγωσε ποτέ κάποιον, δεν αδίκησε ποτέ κανέναν, δεν έκανε ποτέ λάθη, δεν αστόχησε σε τίποτα;

Είναι εντυπωσιακό πως ο άνθρωπος σήμερα πιστεύει όσο ποτέ άλλοτε στο αλάθητο και στην παντοδυναμία. Τι κι αν εξεγέρθηκε έναντίον του αλαθήτου της Εκκλησίας, ειδικά στη Δύση. Τι κι αν κατήγγειλε ως καταπιεστική την παντοδυναμία του Θεού, εδώ και κάμποσους αιώνες. Ο άνθρωπος στους χρόνους της μετανεωτερικότητας προσκυνά και υποτάσσεται χωρίς ενδοιασμούς στο αλάθητο και την παντοδυναμία του εαυτού του.

Ο άνθρωπος σήμερα απόλυτα και δογματικά υποστηρίζει πως αλήθεια είναι ο,τι επιθυμεί. Και προχωρώντας ένα βήμα παρακάτω αισθάνεται πως έχει το δικαίωμα να επιβάλλει την επιθυμία του ως αλήθεια και στους άλλους.

Ο άνθρωπος σήμερα δεν νοιάζεται για την αλήθεια, προσδοκά μόνο την εύκολη εκπλήρωση κάθε του επιθυμίας. Γι’ αυτό και εχθρεύεται κάθε συζήτηση περί σωστού και λάθους. Θεωρεί τον εαυτό του υπέρ άνω κάθε κριτικής και κάθε ηθικής.

Ο άνθρωπος σήμερα αναζητά μανιωδώς την ικανοποίηση και την ηδονή, μα καταντά ανικανοποίητος και καταθλιπτικός, ανήμπορος να σταθεί μπροστά σε μια αληθινή χαρά, ανίκανος να ευχαριστηθεί αυτά που αληθινά η ζωή του προσφέρει.

Τούτο είναι με δυό λόγια το ανθρώπινο τραύμα των ημερών μας. Κι είναι πληγή μεγάλη που μας πονά και μας φοβίζει όλους. Γιατί τα τραύματα αυτά της ανθρώπινης φύσεως επιδρούν σε κάθε πρόσωπο, ακόμα και σε εμάς τους χριστιανούς. Κι είναι μεγάλος ο κίνδυνος για τον καθένα να απωλέσει τη σχέση με τον εαυτό του, τον συνάνθρωπό του, και τελικά με τον ίδιο το Θεό.

Έρχεται όμως η Μεγάλη Τεσσαρακοστή να μας θυμίσει πως η Εκκλησία μπορεί να γιατρέψει κάθε πληγή και κάθε νόσο με το φάρμακο της μετανοίας. Κι αυτό τελικά είναι το χρέος που έχουμε οι χριστιανοί σε τούτο τον ταλαίπωρο κόσμο: να διαβούμε το δρόμο της μετανοίας και να φανερώσουμε πως είναι βατός και προσβάσιμος σε όποιον το επιθυμεί.

Το έργο των πιστών στην εποχή μας μοιάζει με εκείνο των προσκυνητών που ανεβαίνουν στο Άγιον Όρος με διάθεση να περπατήσουν τα παλαιά μονοπάτια για να φτάσουν στις Ιερές Μονές, τις Σκήτες και τους υπόλοιπους ασκητικούς τόπους. Δυστυχώς όμως, επειδή οι άνθρωποι έχουμε ξεχάσει να περπατούμε, τα μονοπάτια αυτά έχουν κλείσει από την πυκνή βλάστηση. Μα εκείνοι που έχουν πάρει απόφαση να διαβούν τους δύσβατους δρόμους που οδηγούν στα Ιερά και τα Αγιασμένα, αναζητούν την πορεία, εισέρχονται μέσα στα βάτα, πληγώνονται συχνά, έρχονται μπροστά σε αδιέξοδα, μα επιμένουν και προσπαθούν. Κι ο αγώνας αυτός δίνει νόημα και βάθος στο προσκύνημά τους. Και με το κόπο τους επιτυγχάνεται κάτι επίσης θαυμαστό. Επειδή το μονοπάτι «πατιέται» οι επόμενοι προσκυνητές που θα θελήσουν να το ακολουθήσουν θα το βρούν ανοιγμένο και προσβάσιμο.

Κάπως έτσι κι εμείς, ας ξεκινήσουμε να πορευόμαστε στο δρόμο της μετανοίας, παρ’ ότι είναι τραχύς και δύσβατος, γιατί μεγάλη ευλογία θα έχουμε στο τέλος της πορείας μας, αλλά και γιατί πολύ θα ωφελήσουμε τους αδελφούς μας που δεν γνωρίζουν και δεν υποψιάζονται πως υπάρχει οδός σωτηρίας, πως υπάρχει κι ένας άλλος τρόπος να ζεις, να σκέφτεσαι και να αισθάνεσαι.

Το πρώτο βήμα στην οδό της μετανοίας είναι να συνειδητοποιήσουμε πως δεν έχουμε κανένα αλάθητο· να βρούμε τη δύναμη και την ειλικρίνεια να αναγνωρίσουμε τα σφάλματά μας, να αποδεχθούμε τελικά την αμαρτία μας. Σίγουρα τούτο δεν είναι εύκολο, μιάς και μόνο η λέξη αμαρτία στις μέρες μας είναι ικανή να προκαλέσει μεγάλη δυσφορία. Αισθανόμαστε πως η αμαρτία μας κρίνει και μας καταδικάζει. Μα στην Εκκλησία η αμαρτία δεν νοείται ως καταγγελία η καταδίκη, αλλά ως επικίνδυνη ασθένεια που νεκρώνει πνευματικά τον άνθρωπο και χρήζει άμεσης αντιμετώπισης.

Όταν σταθούμε ενώπιον της αμαρτίας μας, είναι αλήθεια πως κλονίζεται η ψευδαίσθηση της τελειότητάς μας, γκρεμίζεται το είδωλο του εαυτού μας που έχουμε στήσει εντός μας. Φέρει πόνο αυτή η συνειδητοποίηση και πολύ συχνά αισθήματα μεγάλης ανασφάλειας μα και βασανιστικής ενοχής. Αν όμως αντέξουμε αυτά τα έντονα συναισθήματα θα αντικρίσουμε τον εαυτό μας όπως αληθινά είναι. Ίσως να μην μας αρέσει τούτη η εικόνα. Όμως μόνο έχοντας επίγνωση της όψης της ψυχής μας θα μπορέσουμε να την ομορφύνουμε. Μόνο αν αντικρύσουμε τις ψυχικές μας πληγές θα μπορέσουμε να αναζητήσουμε την κατάλληλη θεραπεία που θα μας αποκαταστήσει στην υγεία.

Το δεύτερο βήμα στην οδό της μετανοίας είναι η απόφαση να αλλάξουμε τον τρόπο μας. Τούτο είναι εξαιρετικά δύσκολο γιατί οι τρόποι του κάθε ανθρώπου δομούνται μέσα στο χρόνο με την επανάληψη και τη συνήθεια. Έτσι κι οι αμαρτίες αποτελούν τρόπους που έχουν παγιωθεί μέσα στη ζωή. Συνήθειες κακές που αποκρυσταλλώνονται και γίνονται πάθη, τα οποία ασκούν τεράστια επίδραση πάνω μας.

Για να αλλάξει κάποιος τους τρόπους του πρέπει να ενεργοποιήσει μία δύναμη της ψυχής που ο Θεός του έχει δωρίσει: την θέληση. Πρέπει να επιθυμείς πολύ να αλλάξεις για να τα βάλεις με τους εθισμούς της αμαρτίας. Εδώ βρίσκεται μια μεγάλη δυσκολία. Στον πολιτισμό μας έχουμε ταυτίσει τη θέληση με την επίτευξη ατομικών επιδιώξεων. Οι Πατέρες γνωρίζουν αυτή την εργαλειοποίηση της επιθυμίας και μιλούν περί του «ιδίου θελήματος» το οποίο πρέπει να εκκοπεί. Τούτο πρέπει να συμβεί ώστε ο άνθρωπος να μπορεί να χρησιμοποιήσει τη θέληση για το σκοπό που έχει από το Θεό δοθεί κι όχι για να εξαφανιστεί. Δεν καταδικάζει η Εκκλησία την θέληση, αφού μόνο με τη θέληση ο άνθρωπος μπορεί να μετανοήσει και να ανοιχθεί στην αλήθεια. Μόνο όταν θέλουμε την αρετή, μόνο όταν θέλουμε το αγαθό, μόνο όταν θέλουμε την προσευχή, μόνο όταν θέλουμε την κοινωνία με τον Θεό, μόνο τότε έχουμε σωτηρία. Πορευόμαστε λοιπόν στο δρόμο της μετανοίας όταν αγωνιζόμαστε να στρέψουμε το θέλημά μας προς το θέλημα του Θεού. Όταν τα δύο αυτά θελήματα ενωθούν, το θείο και το ανθρώπινο, τότε ο άνθρωπος γίνεται αληθινά ελεύθερος, αφού δεν είναι δούλος κανενός πάθους.

Το τρίτο βήμα στην οδό της μετανοίας είναι να αναζητήσουμε τη συγχώρεση. Η συγχώρεση είναι ένας δρόμος διπλής κατεύθυνσης. Εγώ καλούμαι να συγχωρήσω εκείνους που με έχουν βλάψει από τη μια και από την άλλη αναζητώ τη συγχώρεση στα πρόσωπα εκείνων που εγώ έχω αδικήσει. Η συγχώρεση έχει πάντα αυτό το στοιχείο της διαλογικότητας. Συγχωρώ και συγχωρούμαι.

Η συγχώρεση είναι μια διαδικάσια βαθιάς πνευματικής αλλαγής. Σημαίνει πως κάνω τόπο στη ψυχή μου να χωρέσουν κι άλλοι, να χωρέσει και ο ίδιος ο Θεός. Δημιουργώ μια ευρυχωρία η οποία μου επιτρέπει να μη ζω στενάχωρα και πιεσμένα. Ένας λόγος που οι άνθρωποι αμαρτάνουμε είναι γιατί πιστεύουμε πως οι επιφανειακές χαρές και ηδονές που θα πάρουμε θα μας ξεκουράσουν από τη στεναχώρια που ζούμε. Όμως συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Βάζοντας στη ψυχή μας αμαρτία γεμίζει εκείνη και ασφυκτιά. Γι’ αυτό οι Πατέρες μας λένε πως η ψυχή πρέπει να νοείται ως χώρος, σαν ένα δωμάτιο στο οποίο τοποθετείς πράγματα χρήσιμα και όμορφα η άχρηστα και βλαπτικά. Το δώμα αυτό λοιπόν γεμίζει και έτσι δημιουργείται μια δυσκολία, μια δυσφορία, ειδικά όταν εντός του χώρου αυτού έχουμε βάλει πράγματα που σαπίζουν και μολύνουν.

Η συγχώρεση είναι η δυνατότητα της ψυχής μας να βρεί πάλι την ευρυχωρία της. Να πεταχτεί ο,τι βλαπτικό και επιζήμιο και να τακτοποιηθεί ο,τι χρήσιμο και σωτήριο. Αυτό το συγύρισμα ενεργεί ο Χριστός μέσα σε κάθε ψυχή που προσέρχεται σε Εκείνον για να καθαρθεί και να καλλωπιστεί.

Η πορεία μας προς τη μετάνοια πραγματώνεται τελικά μέσα στο Μυστήριο της Εξομολογήσεως, στο πετραχήλι ενός πνευματικού Πατέρα.

Εκεί θα κάνουμε το πρώτο βήμα της μετάνοιας, ακούγοντας τη συνείδησή μας, δεχόμενοι το λόγο και το νόμο του Θεού ομολογώντας την αμαρτία μας ενώπιον του Πνευματικού.

Εκεί θα προχωρήσουμε στο δεύτερο βήμα της μετάνοιας στρέφοντας το θέλημά μας από τα πάθη προς τις αρετές, δεχόμενοι τους λόγους, τις παρακλήσεις, τις συμβουλές που ο Πνευματικός θα μας απευθύνει.

Εκεί θα ολοκληρώσουμε το τρίτο βήμα της μετάνοιας λαμβάνοντας τη συγχώρεση από το Θεό και τη θεραπεία διά των κανόνων και των επιτιμίων που θα κλείσουν τα τραύματα της ψυχής μας οριστικά.

Αγαπητά μου παιδιά,

Θερμά σας παρακαλώ να τολμήσετε να διαβείτε τούτο το δρόμο της μετανοίας που μπροστά σας ανοίγει η Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Να παραστείτε στις ακολουθίες των ημερών αυτών που θέτουν την μετάνοια στο κέντρο της συνάξεώς μας. Τα εκκλησιαστικά γράμματα των ημερών είναι σίγουρο πως θα σας εμπνεύσουν και θα στερεώσουν την απόφασή σας να αγωνιστείτε εναντίον των παθών και των αμαρτιών σας. Να καταφύγετε στους Πνευματικούς σας χωρίς ενδοιασμούς και ντροπές. Με ειλικρίνεια και ταπείνωση να πορευτείτε προς την μετάνοια. Τότε η Χάρις και η Ευλογία του Θεού θα αγγίξουν τις ψυχές σας και θα κατευθυνθούν και προς τον ταλαίπωρο και βασανισμένο κόσμο που στα πρόσωπά σας θα δεί ότι η μετάνοια είναι η μόνη διέξοδος και ελπίδα.

Καλό αγώνα! Ευλογημένη και καρποφόρα να είναι για όλους τούτη η Μεγάλη Σαρακοστή!

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ

+ ο Πειραιώς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 17/03/24-ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΣΤ' 14-21

 

Εκκλησία Παναγίας Αγίας Νάπας: Κυριακή της Τυρινής, (Ματθ. στ΄ 14-21) (Ρωμ.  ιγ΄ 11- ιδ΄4)

Πρεσβ. Χαρίτωνος Θεοδώρου

Πρωτότυπο Κείμενο

Εἶπεν ὁ Κύριος∙ Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν. Ὅταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί· ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν. Σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ. Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσι καὶ κλέπτουσι· θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν· ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν.

Νεοελληνική Απόδοση

Είπε ο Κύριος: «Αν συγχωρήσετε τους ανθρώπους για τα παραπτώματά τους, θα σας συγχωρήσει κι εσάς ο ουράνιος Πατέρας σας. Αν όμως δε συγχωρήσετε στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους, ούτε κι ο Πατέρας σας θα συγχωρήσει τα δικά σας παραπτώματα. Όταν νηστεύετε, να μη γίνεστε σκυθρωποί, όπως οι υποκριτές, που παραμορφώνουν την όψη τους για να δείξουν στους ανθρώπους πως νηστεύουν. Σας βεβαιώνω πως έτσι έχουν κιόλας λάβει την ανταμοιβή τους. Εσύ, αντίθετα, όταν νηστεύεις, περιποιήσου τα μαλλιά σου και νίψε το πρόσωπό σου, για να μη φανεί στους ανθρώπους η νηστεία σου, αλλά στον Πατέρα σου, που βλέπει τις κρυφές πράξεις· και ο Πατέρας σου, που βλέπει τις κρυφές πράξεις, θα σου το ανταποδώσει φανερά. Μη μαζεύετε θησαυρούς πάνω στη γη, όπου τους αφανίζει ο σκόρος και η σκουριά, κι όπου οι κλέφτες κάνουν διαρρήξεις και τους κλέβουν. Αντίθετα, να μαζεύετε θησαυρούς στον ουρανό, όπου δεν τους αφανίζουν ούτε ο σκόρος ούτε η σκουριά, κι όπου οι κλέφτες δεν κάνουν διαρρήξεις και δεν τους κλέβουν. Γιατί όπου είναι ο θησαυρός σας εκεί θα είναι και η καρδιά σας».

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 17/03/24-ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΓ' 11-ΙΔ'4

 

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ

Πρωτότυπο Κείμενο

Ἀδελφοί, νῦν ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. Ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίτας καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας. Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. Ὅς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. Ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; Τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, τώρα η τελική σωτηρία βρίσκεται πιο κοντά μας παρά τότε που πιστέψαμε. Η νύχτα όπου να ’ναι φεύγει, και η μέρα κοντεύει να ’ρθεί. Γι’ αυτό ας πετάξουμε από πάνω μας τα έργα του σκότους, κι ας φορέσουμε τα όπλα του φωτός. Η διαγωγή μας ας είναι κόσμια, τέτοια που ταιριάζει στο φως. Ας πάψουν τα φαγοπότια και τα μεθύσια, η ασύδοτη κι ακόλαστη ζωή, οι φιλονικίες κι οι φθόνοι. Ντυθείτε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό και μην αφήνετε τον αμαρτωλό εαυτό σας να σας παρασύρει στην ικανοποίηση των επιθυμιών σας. Να δέχεστε όποιον έχει ασθενική πίστη, χωρίς να επικρίνετε τις απόψεις του. Για παράδειγμα, ένας πιστεύει πως μπορεί να φάει απ’ όλα, ενώ κάποιος άλλος, που έχει ασθενική πίστη, τρώει μόνο χόρτα. Αυτός που τρώει απ’ όλα, ας μην περιφρονεί εκείνον που δεν τρώει· κι εκείνος που δεν τρώει, ας μην κατακρίνει εκείνον που τρώει, γιατί ο Θεός τον έχει δεχτεί στην εκκλησία του. Ποιος είσαι εσύ που θα κρίνεις έναν ξένο υπηρέτη; Μόνο ο Κύριός του μπορεί να κρίνει αν στέκεται ή όχι στην πίστη του, γιατί ο Θεός έχει τη δύναμη να τον στηρίξει.

ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ ΤΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

 

Για ν’ αρχίσει κανείς τη Σαρακοστή, για να ζήσει την Καθαρά Δευτέρα, την Καθαρά Εβδομάδα, για να ζήσει όλη τη Σαρακοστή, για να ζήσει ύστερα τη Μεγάλη Εβδομάδα, το Πάσχα, δεν φθάνει απλώς μόνο να θέλει να ζήσει ή να κάνει προσπάθεια.

Πρέπει να μυηθεί στη ζωή της Εκκλησίας. Μετά ο κάθε χριστιανός μαζί με όλη την Εκκλησία, χωρίς να χρειάζεται να κουρασθεί πολύ, χωρίς να χρειάζεται να δυσκολευθεί, χωρίς να χρειάζεται να ζορισθεί πολύ, ζει τη ζωή της Εκκλησίας, ζει όπως ζει η Εκκλησία.

Έτσι λοιπόν μπορούμε άνετα ν’ αρχίσουμε να νηστεύουμε, άνετα ν’ αρχίσουμε να μετανοούμε, να κατανυσσόμεθα, να προσευχόμεθα, να μας αρέσει η προσευχή, να μας γλυκαίνει η προσευχή, ν’ ανοίγει η καρδιά μας, να μπαίνουν μέσα στην καρδιά μας τα τροπάρια, τα λόγια, οι φράσεις, όλα αυτά τα νοήματα, όλη αυτή η αλήθεια, αυτή η ζωή της Εκκλησίας.

Δεν είναι μόνο να προσπαθήσει ο άνθρωπος. Αν το όλο αυτό θέμα μείνει μόνο στον κόπο του ανθρώπου, αν μείνει μόνο στην προσπάθεια του ανθρώπου, αν μείνει απλώς μόνο στη θέληση του ανθρώπου, δεν βγαίνει τίποτε. Αυτά είναι θεία πράγματα. Αυτά είναι υπερφυσικά πράγματα. Ο Κύριος είπε ότι «η Βασιλεία η δική μου δεν είναι από τον κόσμο αυτό· είναι από έναν άλλο κόσμο» (Ιω. 18:36). Σας παίρνω εσάς απ’ αυτόν τον κόσμο, αλλά σας βάζω μέσα σ’ αυτή τη Βασιλεία, που είναι από έναν άλλον κόσμο.

Δεν μπορεί κανείς, αν ζει απλώς ως κοινός άνθρωπος, ως κοσμικός άνθρωπος, να ζήσει και ως χριστιανός, να ζήσει και αυτά τα θεία. Λίγο-πολύ πρέπει να μπει κανείς, να μυηθεί κανείς, σ’ αυτό το κάτι άλλο, σ’ αυτή την άλλη Βασιλεία, τη Βασιλεία που φέρνει ο Χριστός, που δεν είναι εκ του κόσμου τούτου· στην Εκκλησία.

Επομένως, όχι μόνο παιδεύεται κανείς, όταν απλώς προσπαθεί τάχα να ζήσει αυτά που λέει η Εκκλησία, αλλά κάνει ένα μεγάλο λάθος. Και ακριβώς επειδή κάνει λάθος μεγάλο, παιδεύεται και θα παιδεύεται και δεν θα πετύχει τίποτε.

Εκείνο λοιπόν το οποίο χρειάζεται είναι ν’ αρχίσουμε σιγά σιγά να πιστεύουμε αληθινά, καθώς αυτές τις ημέρες διαισθανόμαστε λίγο ότι είναι κάτι άλλο η Εκκλησία, είναι κάτι άλλο η ζωή της Εκκλησίας, είναι κάτι άλλο όλα αυτά που λένε αυτά τα βιβλία τα άγια, τα ιερά, όλα αυτά που τελούμε.

Καθώς λοιπόν αρχίζουμε να το διαισθανόμαστε λιγάκι, να θελήσουμε – αυτός είναι ο κόπος ο δικός μας που πρέπει να κάνουμε – να πιστέψουμε. Να πιστέψουμε στον Χριστό μας, να πιστέψουμε σ’ αυτό που μας φανέρωσε, σ’ αυτό που μας έδωσε, σ’ αυτό που είναι ζωντανό, που το έζησαν οι άγιοι, που το ζουν οι άγιοι, που υπάρχει μέσα στην Εκκλησία, για να μυηθούμε.

Να μυηθούμε, και μετά όλα είναι όχι απλώς πιο εύκολα, πιο άνετα, αλλά είναι μια άλλη πραγματικότητα, είναι μια άλλη ζωή, είναι ένα κάτι που δεν είναι εκ του κόσμου τούτου και δεν μπορεί να μας το δώσει κανένας. Τα καλύτερα καθεστώτα, η καλύτερη τεχνολογία, η φοβερότερη επιστήμη, δεν ξέρω τι άλλο θα λέγαμε, δεν μπορούν να μας το δώσουν αυτό το κάτι άλλο· αυτό είναι άπιαστο.

Αυτό το πιάνει κανείς, το βρίσκει κανείς, μέσα στην Εκκλησία· αλλά το βρίσκει δια της πίστεως, όταν αφήσει κατά μέρος όλα εκείνα τα οποία τον κάνουν να μην το βλέπει, να μην το πιστεύει.

Όταν τα αφήσει όλα εκείνα κατά μέρος και πιστέψει, τότε λοιπόν μυείται στη ζωή της Εκκλησίας, ζει τη ζωή της Εκκλησίας, ζει μέσα στην Εκκλησία, είναι μέλος της Εκκλησίας, και έπειτα το ζει, όπως είπαμε, χωρίς πολλή δυσκολία.

Το ζει, δηλαδή το απολαμβάνει, το χαίρεται, ευφραίνεται η ψυχή του, και λέει κανείς: «Αν εδώ είναι τόσο παραδεισένια όλα αυτά, τι θα είναι στην άλλη ζωή, εκεί που αποκαλύπτεται πλήρως η Βασιλεία του Θεού, που αποκαλύπτεται πλήρως ο Παράδεισος, που αποκαλύπτεται, φανερώνεται, μάλλον δίνεται πλέον ο Τρισάγιος Θεός, ο Τριαδικός Θεός, όσο μπορεί να χωρέσει η ανθρώπινη ψυχή;»

π. Συμεών Κραγιοπούλου

Ο ΑΓΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Ο ΕΝ ΠΑΤΜΩ

 


Τη μνήμη του Οσίου Χριστοδούλου, του «εν Πάτμω» τιμά σήμερα, 16 Μαρτίου, η Εκκλησία μας. Ο Όσιος Χριστόδουλος γεννήθηκε σε μία κωμόπολη κοντά στη Νίκαια της Βιθυνίας γύρω στο 1020 μ.Χ.
Το κοσμικό του όνομα ήταν Ιωάννης. Από πολύ νέος επιθύμησε να εγκαταλείψει τον κόσμο και ν΄ αφοσιωθεί στην μοναχική ζωή. Ξεκίνησε από κάποια Μονή στον Όλυμπο της Βιθυνίας, όπου μετά από λίγο καιρό εκάρη Μοναχός.
Από εκεί θα ματαβεί στους Αγίους Τόπους και για μικρό διάστημα θα μονάσει σε κάποιο ερημικό μέρος εκεί. Οι επιδρομές όμως των Σαρακηνών αναγκάζουν τους Μοναχούς να εγκαταλείψουν εκείνα τα μέρη και έτσι επανέρχεται στην Μικρά Ασία και εγκαθίσταται στο Όρος Λάτρος της Μυσίας.
Εκεί διέπρεψε σ΄ όλες τις αρετές και οι Μοναχοί των εξέλεξαν πρώτον επιστάτη με το αξίωμα του Αρχιμανδρίτη, γεγονός που του έδωσε και το προσωνύμιο του Λατρηνού. Οι επιδρομές όμως των Μουσουλμάνων τον αναγκάζουν σε φυγή και από το Λάτρος.
Αναζητώντας τόπο ασκήσεως ο Όσιος φτάνει στη Στρόβιλο, μια θαλάσσια περιοχή στα παράλια της Μικράς Ασίας. Εκεί θα μείνει για λίγο καιρό, γιατί μια νέα επιδρομή θα τον αναγκάσει να διαφύγει στη Λέρο και στη συνέχεια στην Κώ, όπου και θα ιδρύσει Μονύδρια. Οι διαφορές όμως με τους εκεί κατοίκους θα τον καταστήσουν ανέστιο και αυτή τη φορά.
Ύστερα από περιπλνήσεις στα γύρω νησιά φτάνει στην Πάτμο, στην οποία γοητεύεται από την ησυχία και την ηρεμία της. Αμέσως φεύγει για την Κωνσταντινούπολη και ζητά από τον Αυτοκράτορα Αλέξιο Α’ τον Κόμνηνο την άδεια «ίνα φροντιστήριον των ψυχών καταστήση ταύτην».
Ο Αυτοκράτορας με Χρυσόβουλλο του παραχωρεί την Πάτμο και τα γύρω νησιά μαζί με εργάτες και χρήματα. Με την εγκατάσταση του στην Πάτμο ο Όσιος ξεκινά το χτίσιμο Μοναστηριού τιμώμενο επ΄ ονόματι του Θεολόγου. Οι επιδρομές όμως των Μουσουλμάνων δεν θα τον αφήσουν ήσυχο ούτε αυτή τη φορά.
Ο Όσιος αφήνει την Πάτμο και καταφεύγει στην Εύβοια κατά το έτος 1092 μ.Χ.
Η διαμονή του Οσίου Χριστοδούλου στην Εύβοια ήταν σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες μικρής διάρκειας. Υπάρχει η πληροφορία ότι ένας ευσεβής και πλούσιος κάτοικος του Ευρίπου προσέφερε την πολυτελή οικία του στον Όσιο, ο οποίος την ανέδειξε σε μοναστήρι, αν και οι φροντίδες του Οσίου, εξαιτίας της μεγάλης περιουσίας του μοναστηριού στην Πάτμο, απαιτούσαν την παραμονή του όχι στην έρημο αλλά κοντά στον κόσμο. Εξάλλου, στην Εύβοια ανέκαθεν υπήρχε παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο Όσιος Χριστόδουλος παρέμεινε ασκητεύοντας στο σπήλαιο στο δυτικό άκρο της κωμόπολης Λίμνη (Ελύμνιον).
Ο Όσιος κατά την διαμονή του στον Εύριπο συνέταξε την «Διαθήκη» και τον «Κωδίκελλό» του (Μάρτιος 1093). Τη Διαθήκη αυτή, για να έχει ισχύ, την υπογράφουν επτά αξιωματούχοι της επισκοπικής αρχής και της πόλεως Ευρίπου (Χαλκίδος), ήτοι Λέων πρεσβύτερος και σακελλάριος της πόλεως Ευρίπου, Ιωάννης πρεσβύτερος και νοτάριος της καθέδρας Ευρίπου, Μιχαήλ…. της καθέδρας Ευρίπου, Βασίλειος ο ευτελής διάκονος…. και νοτάριος Ευρίπου κ.α.
Ειδικότερα ο Μητροπολίτης Ρόδου Ιωάννης, στο έργο του «Βίος και Πολιτεία του Οσίου πατρός ημών Χριστοδούλου» εξιστορεί την διαμονή και την κοίμηση του Οσίου Χριστοδούλου στον Εύριπο, που συνέβη το έτος 1093 μ.Χ., όπως και την ανακομιδή του ιερού λειψάνου του και τη μεταφορά του στην Πάτμο, αναγράφοντας τα εξής:
«Και φθάνουν εκεί ο Όσιος μαζί με την αδελφότητα, εκεί όπου το νερό της θάλασσας εισρέει προς τα έξω και πάλι οπισθοχωρώντας δημιουργεί κάποιο στενό θαλάσσης, που οι αρχαίοι το ονόμασαν πορθμό του Ευρίπου. Και εκεί λοιπόν, αφού έγινε το αντικείμενο του θαυμασμού όλων και αφού αξιώθηκε την πρέπουσα τιμή, σαν να ήταν Άγγελος σε θνητό σώμα, νουθετούσε το ποίμνιό του, για να μη δυσφορεί στις συχνές μετακινήσεις, ούτε να αντιστέκεται ανόητα στις βουλές του Θεού, που οικονομεί τα πάντα εν σοφία.
Αλλά ένας από τους μοναχούς, επειδή δεν υπέμενε τις κακουχίες, ούτε το στριφνό και το επίπονο της αρετής, όπως ο Ιούδας από τους δώδεκα αναχώρησε από την ομήγυρη των αδελφών και την πνευματική εκείνη συγκέντρωση την αντικατέστησε με κήπο, που νοίκιασε. Και, καθώς ο διάβολος εισήλθε στον Ιούδα και τον ώθησε στην προδοσία, με τον ίδιο τρόπο και πονηρό δαιμόνιο βασάνιζε τον μοναχό που είχε αποσπασθεί από την αδελφότητα και ανακοινώνεται στον πατέρα η ασθένεια του μικρόψυχου αδελφού.
Εκείνος, πράος και ανεξίκακος, δίνοντας τόπο στην οργή, αφού πήρε το ιερό Ευαγγέλιο, έρχεται το βράδυ προς τον μαινόμενο και παράφρονα, διαβάζει τα λόγια του Αγίου Πνεύματος για ασθενή και αμέσως βελτιώνεται η θέση του αρρώστου, ο οποίος δεν επιθυμούσε πλέον να ασχολείται με την φύτευση δένδρων και την άρδευση κήπων, αλλά προθυμοποιείται για την καλλιέργεια της γης της αρετής, επανερχόμενος με αυτόν τον τρόπο και πάλι στην ποίμνη, από την οποία κακώς προηγουμένως είχε αποκοπεί.
Μετά την πάροδο μικρού χρονικού διαστήματος, προφητεύει σε όσους τον ακολουθούσαν ότι θα αποδημήσει προς τον Κύριο, ότι οι Αγαρηνοί δεν θα κατοικήσουν μέχρι τέλους στα νησιά και ότι ο επιστήθιος φίλος του δεν θα αδιαφορήσει γι’ αυτούς, αλλά ότι μόλις καταπαύσει η θαλασσοταραχή, θα επανέλθουν και πάλι στο πνευματικό μαντρί. Παρακαλεί λοιπόν να παραλάβουν μαζί τους το νεκρό σώμα του από την ξένη αυτή γη και να το τοποθετήσουν στο ναό, για τον οποίο μόχθησε πολύ.
Αυτά, αφού προείπε σε όσους συναναστρεφόταν και καθαγίασε τους πάντες με αποχαιρετιστήρια λόγια, παρέδωσε το πνεύμα του στον Θεό, την 16η Μαρτίου. Ταυτόχρονα με την εκπλήρωση της προφητείας και την εξαφάνιση των πειρατών από τη θάλασσα με την δύναμη του άρχοντος, οι καλοί μαθητές του θυμόντουσαν την προφητεία του ενάρετου ποιμένα και ετοιμάζονταν να αποπλεύσουν.
Επειδή όσοι κατοικούσαν τη χώρα εκείνη άκουσαν ότι θα στερούνταν το τίμιο εκείνο σώμα, αφού συγκεντρώθηκαν από τα γύρω μέρη, έλεγαν απροκάλυπτα, ότι με κανένα λόγο δεν θα το επέτρεπαν αυτό. Γιατί νόμιζαν ότι θα ήταν ανόητο και εξ’ ολοκλήρου ασύνετο, να επιτρέψουν σε άλλους να το μετακομίσουν όπου ήθελαν, επειδή (ο Όσιος) ήταν γι’ αυτούς σωτήρας, ιατρός και θεραπευτής κάθε αρρώστιας.
Γι’ αυτό με αυστηρότητα φρουρούσαν τον νεκρό. Αλλά δεν έπρεπε να διαψευσθεί η προφητεία του μάκαρος. Γι’ αυτό και αφού πλέον είχε προχωρήσει η νύχτα, ξεφεύγοντας από την προσοχή των φρουρών, μεταφέροντας τον νεκρό στους ώμους τον επιβιβάζουν σε πλοίο και, αφού έτυχαν νηνεμίας, φθάνουν στο νησί, αποβιβάζουν με μεγαλοπρεπή πομπή το ιερό σκήνος υμνολογώντας τον Θεό και ευωδιάζοντας τον αέρα με αρώματα.
Και τώρα άρτιο και σώο κείται το σκήνωμα στο ναό του Αποστόλου και αναβλύζει πηγές θαυμάτων και όσοι με πίστη το αγγίζουν αισθάνονται κάποια οσμή μύρου και με μόνη την αφή καθαγιάζονται και απελευθερώνονται από κάθε σωματική βλάβη».
Από τα όσα συνέγραψε ο Όσιος Χριστόδουλος διασώθηκαν τα εξής: «Υποτύπωσις ήτοι διάταξις γενομένη προς τους εαυτού μαθητάς εν τη εν Πάτμω ιδία αυτού μονή», η προαναφερθείσα «Διαθήκη» και ο «Κωδίκελλος».
Το λείψανο του Οσίου και φυλάσσεται ως σήμερα στο μικρό φερώνυμο Παρεκκλήσιο του Οσίου Χριστοδούλου, στη Νοτιοδυτική πλευρά του Καθολικού της Μονής Πάτμου.
Απολυτίκιο:
Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.
Tης Νικαίας τον γόνον και της Πάτμου το καύχημα και των μοναζόντων το κλέος θεοφόρον Χριστόδουλον τιμήσωμεν εν ύμνοις αδελφοί, το σκήνος προσπτυσσόμενοι αυτού, ίνα λάβωμεν την ίασιν των ψυχών και των σωμάτων κράζοντες. Δόξα τω δεδοκότι σοι ισχύν, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω ενεργούντι διά σού πάσιν ιάματα.

Παρασκευή 15 Μαρτίου 2024

ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΥΛΛΑΒΕΙ Η ΣΚΕΨΗ ΜΑΣ,ΤΙ ΚΑΝΟΥΝ ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΓΙΑ ΕΜΑΣ ΠΟΥ ΖΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΚΛΑΥΘΜΩΝΟΣ

 

ΟΣΙΟΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ ΤΟΥ ΕΣΣΕΞ:Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

 

Κάποτε ένας προσκυνητής στο Άγιο Όρος έθεσε σε πολλούς γέροντες το ερώτημα:
– «Τι είναι σπουδαιότερο στη ζωή μας»;
Όλοι του απαντούσαν:
– «Είναι η αγάπη του Θεού· ν’ αγαπάς τον Θεό και τον πλησίον σου».
Σκέφθηκε: «Δεν έχω αγάπη ούτε για προσευχή, ούτε για τον Θεό, ούτε για τους άλλους. Τι να κάνω;». Και ύστερα μόνος του αποφάσισε: «Θα ενεργώ σαν αν είχα αυτή την αγάπη». Τριάντα χρόνια αργότερα το Άγιο Πνεύμα του έδωσε τη χάρη της Αγάπης.

ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΚΡΥΒΕΤΑΙ Η ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 

ι τη μεταστροφή τους οφείλουν σε κάποια δοκιμασία

Η θλίψη είναι κακό πράγμα. Αλλά πίσω απ’ αυτό, πίσω από τον πόνο, πίσω από τη θλίψη, πίσω από τη δοκιμασία, κρύβεται η ευλογία του Θεού, κρύβεται η αναγέννηση, η ανάπλαση του ανθρώπου, της οικογένειας. Οι πάντες σχεδόν την μεταστροφή τους την οφείλουν σε κάποια δοκιμασία. Νομίζουν ότι πηγαίνουν όλα ωραία· τους παίρνει ο Θεός το παιδί· κλάματα κακό. 

Έρχεται και επισκιάζει έπειτα η χάρις του Θεού και ειρηνεύουν οι άνθρωποι· και πλησιάζουν την εκκλησία, πλησιάζουν την εξομολόγηση, πλησιάζουν τον ιερέα. Χάριν του παιδιού πάνε στην εκκλησία· ο πόνος τους κάνει ν’ αναζητήσουν, να προσευχηθούν υπέρ αναπαύσεως, να κάνουν τις λειτουργίες.

Ο πόνος απαλύνει την καρδιά και την κάνει δεκτική των λόγων του Θεού, ενώ πρώτα ήταν σκληρή, δεν δεχόταν. Π.χ. ένας άνθρωπος στο σφρίγος της νεότητος· εγώ είμαι σκέφτεται και κανένας άλλος δεν είναι. Να πτυχία, να και οι δόξες, να κι η υγεία, να κι οι ομορφιές, να κι όλα. Όταν όμως τον ξαπλώσει στο κρεβάτι μία ασθένεια τότε αρχίζει να σκέφτεται διαφορετικά. Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης. Μπορεί να πεθάνω. Τι το όφελος όλα αυτά, κι αρχίζει να σκέφτεται διαφορετικά. Έρχεται φερ’ ειπείν ένας άνθρωπος, τον πλησιάζει.

Διάβασε και αυτό το βιβλίο να δεις τι λέει. Ακούει και ένα λόγο του Θεού. Τότε τον ακούει τον λόγο του Θεού. Κι άμα του δώσεις και βιβλίο, ο πόνος ήδη του έχει κάνει την καρδιά του, έτσι κατάλληλη κι ανοίγει και το βιβλίο και το Ευαγγέλιο και το διαβάζει και από εκεί αρχίζει η ανάπλαση του ανθρώπου. Και όταν γίνει καλά, αμέσως πλέον σηκώνεται και ζει προσεκτικά τη ζωή του. Δεν ζει όπως πρώτα με την υπερηφάνεια και τη φαντασία που είχε.

Η ασθένεια και η θλίψη είναι το κατ’ εξοχήν φάρμακο της πρόνοιας του Θεού για να φέρει τον άνθρωπο κοντά Του και να αυξήσει την αρετή του

Ο Ιώβ ήταν ο καλύτερος άνθρωπος πάνω στη γη, αλλά ο Θεός ήθελε να τον κάνει ακόμα καλύτερο. Και από τότε που δοκιμάστηκε, από τότε και δοξάστηκε. Ήταν καλός άνθρωπος και ευσεβής, αλλά χωρίς δοκιμασία δεν ήταν ονομαστός. Αφ’ ης στιγμής όμως δοκιμάστηκε και πολέμησε και αγωνίστηκε και στεφανώθηκε και πλούτισε, από κει και ύστερα άρχισε η δόξα του, και απλώθηκε μέχρι σήμερα. 

Το παράδειγμά του, είναι φωτεινότατο και ενισχύει κάθε άνθρωπο που δοκιμάζεται. Αν αυτός δοκιμάστηκε που ήταν ένας άγιος, πολύ περισσότερο εμείς που είμαστε αμαρτωλοί. Και το αποτέλεσμα ήταν να τον κάνει άγιο και να του δώσει πάλι χρόνια ζωής και να τον ευλογήσει διπλά και τριπλά απ’ ότι έχασε, και έτσι να γίνει ένα φωτεινό παράδειγμα ανά τους αιώνες για κάθε πονεμένο άνθρωπο· να προσαρμόζεται και ν’ ακουμπάει σ’ αυτό το παράδειγμα και να ξεκουράζεται και αυτός και να λέει: «Ως έδοξε τω Κυρίω, ούτω και εγένετο. Είη το όνομα του Κυρίου ευλογημένον». Σκύβει το κεφάλι και λέει: ο Θεός έδωσε, ο Θεός το πήρε. Και το παιδί ακόμα να μου πάρει, ο Θεός δεν μου το έδωσε; Το πήρε. Πού είναι το παιδί μου; Στον ουρανό; Εκεί τί γίνεται; Αναπαύεται εκεί…

Πίσω από κάθε δοκιμασία κρύβεται το θέλημα του Θεού και η ωφέλεια την οποία φυσικά ίσως εκείνο τον καιρό να μην μπορεί να την δει, αλλά με τον χρόνο θα την γνωρίζει. Έχουμε τέτοια παραδείγματα πάρα πολλά.

Όπως και με τους Αγίους Ανδρόνικο και Αθανασία. Αυτοί ήταν ανδρόγυνο· και ήταν χρυσοχόος ο Ανδρόνικος με πολύ πλούτο. Το ένα μέρος του κέρδους έτρεφε την οικογένειά του. Το άλλο μέρος του κέρδους το έδινε στους φτωχούς και το υπόλοιπο μέρος του κέρδους, το έδινε άτοκα στους ανθρώπους που δεν είχαν χρήματα. Είχαν δύο χαριτωμένα κοριτσάκια. Και μια μέρα από μία αρρώστια πέθαναν και τα δύο. Πηγαίνουν και τα θάβουν και οι δύο. 

Η Αθανασία η καημένη πάνω στον τάφο έκλαιγε, έκλαιγε, έκλαιγε. Και ο Ανδρόνικος έκλαιγε και αυτός. Είδε και απόειδε, τράβηξε για το σπίτι. Έμεινε η καημένη η Αθανασία και έκλαιγε πάνω στον τάφο: «Τα παιδιά μου» και «τα παιδιά μου», και κόντευε να βασιλέψει ο ήλιος και να κλείσει το νεκροταφείο. Για μια στιγμή επάνω στη θλίψη της και στη στεναχώρια της, βλέπει και έρχεται ένα μοναχός και της λέει:

«Κυρά μου, γιατί κλαις;»

«Πώς να μην κλαίω πάτερ;» (Αυτή νόμιζε πως ήταν ο παπάς του νεκροταφείου). «Έθαψα τα παιδιά μου, τους δύο αγγέλους μου, τους έβαλα μέσα στον τάφο και έμεινα εγώ και ο άνδρας μου εντελώς μόνοι. Δεν έχουμε δροσιά καθόλου».

Της λέει: «Τα παιδιά σου είναι στον παράδεισο με τους αγγέλους. Είναι στην ευτυχία και στη χαρά του Θεού και συ κλαις παιδί μου; Κρίμα είσαι και χριστιανή».

«Ώστε ζουν τα παιδιά μου; Είναι άγγελοι;»

«Βεβαίως είναι άγγελοι τα παιδιά σου».

Ήτανε ο Άγιος της εκκλησίας εκεί. Τελικά έγιναν μοναχοί ο Ανδρόνικος και η Αθανασία και αγίασαν….


Γέροντος Εφραίμ Προηγουμένου Ιεράς Μονής Φιλοθέου

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΓΑΠΙΟΣ

 Ο άγιος ιερομάρτυς Αγάπιος ο εκ Γαλατίστης | Πεμπτουσία

Τη μνήμη του Αγίου Αγαπίου και των συν αυτώ Μαρτυρησάντων τιμά σήμερα, 15 Μαρτίου, η Εκκλησία μας.
Εζησαν και κέρδισαν τα αθάνατα βραβεία, κατά το διωγμό του Διοκλητιανού (284-304) εναντίον της Εκκλησίας.
Ο Αγάπιος ήταν από τη Γάζα της Παλαιστίνης, ο Τιμόλαος από τη Μαύρη Θάλασσα, οι δύο Διονύσιοι από την Τρίπολη της Φοινίκης, ο Ρωμύλος -υποδιάκονος- από τη Λύδδα ή Διόσπολη, ο Πλήσιος και οι δύο Αλέξανδροι από την Αίγυπτο.
Κατηγορήθηκαν ότι είναι χριστιανοί και οδηγήθηκαν μπροστά στον έπαρχο της Καισαρείας Ουρβανό, όπου με παρρησία ομολόγησαν το Χριστό. Μάταιες απόπειρες έκανε εκείνος για να τους δελεάσει ή και να τους εκφοβίσει.
Διότι στο μυαλό όλων επικρατούσε ο λόγος του Θεού: «Τον φόβον αυτών μη φοβηθήτε μηδέ ταραχθήτε» (Α’επιστολή Πέτρου, γ’ 14). Δηλαδή, μη φοβηθείτε το φόβο με τον οποίο ζητούν οι άπιστοι να σας πτοήσουν και μη ταραχθείτε καθόλου απ’ αυτόν.
Πέθαναν όλοι μαρτυρικά με αποκεφαλισμό, δίνοντας σ’ όλους τους αγωνιστές χριστιανούς μήνυμα θάρρους και ελπίδας.
Απολυτίκιο:
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Αγάπη του Κτίσαντος, πεπυρσευμένος τον νούν, χορείαν συνήθροισας, πανευκλεών Αθλητών, Αγάπιε ένδοξε, όθεν συν τούτοις Μάρτυς, αριστεύσας νομίμως, ξίφει τον σον αυχένα, συν αυτοίς απετμήθης, μεθ’ ων εκδυσώπει, δούναι ημίν άφεσιν.

Πέμπτη 14 Μαρτίου 2024

ΠΟΛΥΠΛΕΥΡΗ ΝΗΣΤΕΙΑ

 

 


«Όπως ακριβώς από τη γαστριμαργία γεννιέται η ταραχή των λογισμών, έτσι και από την πολυλογία και την αταξία των συναναστροφών γεννιέται η άγνοια και η σύγχυση του νου» (Αββάς Ισαάκ ο Σύρος)

              Η νηστεία είναι ένα μεγάλο δώρο της πίστης στον άνθρωπο. Δεν είναι σκοπός της χριστιανικής ζωής, αλλά μέσο. Δεν έχει να κάνει μόνο με τη διατροφή. Είναι πολύπλευρη προσπάθεια να δούμε τι μας χωρίζει από τον Θεό και τον πλησίον, τι μας κάνει να ξεχνούμε την αλήθεια της ζωής, όπως επίσης και ποιο είναι το τελικό της νόημα. Η νηστεία είναι συστατικό στοιχείο της χριστιανικής μας ταυτότητας, διότι ανοίγει τον δρόμο να επανεκτιμήσουμε τις προτεραιότητές μας.

           Η ασκητική μας παράδοση μάς υπενθυμίζει ότι η γαστριμαργία γεννά την ταραχή των λογισμών. Αυτός που λαιμαργεί, που δεν χορταίνει με την τροφή, αλλά ζητά να δοκιμάσει κι άλλα και σε ποσότητα και σε είδος, στην πραγματικότητα δεν μπορεί να αυτοσυγκρατηθεί και σε άλλες ηδονές. Ο λογισμός του τον οδηγεί στο να αναζητεί συνεχώς το καινούργιο, όχι όμως στη γνώση, στην αλήθεια, στην ομορφιά, αλλά στην παχύτητα των αισθήσεων. Και την ίδια στιγμή, όταν δεν έχεις μέτρο στην τροφή, δύσκολα θα έχεις μέτρο σε άλλες καταστάσεις της ζωής που απαιτούν όρια. Θα χαίρεσαι και θα απογοητεύεσαι άμετρα. Θα είναι η τροφή ως βουλιμία η παρηγοριά σου. Και θα μένεις στην προσκόλληση στα γήινα. Γι’ αυτό και η νηστεία είναι ένας τρόπος που σε οδηγεί στον δρόμο της υπέρβασης των επιθυμιών που σε κρατούνε στο εδώ. Με τη νηστεία οξύνεται ο νους. Όντας σε εγρήγορση, καταλαβαίνει τι του λείπει. Και μπορεί να τιθασεύσει τον λογισμό, ώστε να μην ταράσσει την ψυχή.

                Η ασκητική μας παράδοση πάλι, μας υπενθυμίζει ότι χρειάζεται νηστεία και στη γλώσσα. Η πολυλογία φέρνει κατάκριση. Φέρνει αδυναμία να ξεχωρίσεις τι χρειάζεται να πεις και τι όχι και έτσι κινδυνεύεις να πληγώσεις, να προσβάλεις, να κάνεις τους άλλους να πονέσουν. Και όλα αυτά μπορεί εύκολα να γυρίσουν επάνω σου. Η πολυλογία φέρνει αισχρολογία. Φέρνει καύχηση, καθώς, συνήθως, μιλάς για τον εαυτό σου. Δεν σ’ αφήνει ν’ ακούσεις τους άλλους. Σε κρατά στις βεβαιότητές σου, διότι όταν τα πάντα γυρίζουν γύρω από σένα, καθώς μπορείς να τα υπερασπιστείς με την ευφράδειά σου ή την ταχύτητα που μιλάς, τότε δεν έχεις περιθώριο για αυτοκριτική. Η νηστεία των λόγων είναι έξοδος προς την αλήθεια. Διότι η σιωπή, όταν συνδυαστεί με την προσευχή, ελκύει  τη χάρη του Θεού.

                Τέλος, η ασκητική μας παράδοση μάς μιλά και για την αταξία των συναναστροφών. Αυτό σε μια εποχή μοναξιάς μπορεί να ιδωθεί στην προοπτική και των διαδικτυακών συναναστροφών. Κάνουμε παρέα συχνά με ανθρώπους οι οποίοι δεν μας οδηγούν στο να βγάλουμε τον καλύτερο εαυτό μας ή να αλλάξουμε για να δείξουμε ότι μπορούμε να προχωρήσουμε. Το ίδιο συμβαίνει και με τις διαδικτυακές περιηγήσεις, όπου βγάζουμε τοξικότητα, δυσκολευόμαστε να κρίνουμε διότι δεν έχουμε όλα τα δεδομένα, αργολογούμε και αργοσχολούμε. Η νηστεία είναι μία ωραία ευκαιρία να επανεκτιμήσουμε τον εαυτό μας στις σχέσεις μας και να δούμε πώς μπορούμε να βρούμε τρόπους αγάπης και αλήθειας.

                Η Εκκλησία μας δείχνει, μέσω της πολύπλευρης νηστείας, την αξία της αγάπης προς τον Θεό, διότι δική Του εντολή είναι. Ας παλέψουμε στην οδό της. 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

ΑΠΟ ΤΟ "ΕΧΩ" ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ,ΝΑ ΠΕΡΑΣΟΥΜΕ ΣΤΟ "ΕΙΝΑΙ" ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ

 


Δώστε ιλαρό και ειρηνικό φως στον τόπο της κατοικίας σας, με την Προσευχή!. Κάντε την αγάπη σας και τον πόνο σας Προσευχή!!.
Από το «έχω» της Προσευχής, να περάσουμε στο «είναι» της Προσευχής. Να γίνουμε εμείς οι ίδιοι Προσευχή!!
Αυτό είναι ο 'εκκλησιασμός' και η "εγχρίστωση" της ύπαρξής μας.
Αυτό είναι η "συχνότητα" του Θεού και, παράλληλα, η "μυστική ανατολή," όλων των θαυμάτων που περιμένουμε σαν άνθρωποι, να αντικρίσουμε για μας, για τον αγώνα μας, για τα σπιτικά μας, για την τσακισμένη Πατρίδα μας....

ΓΙΑΤΙ ΝΗΣΤΕΥΟΥΜΕ;

 

Νηστεύουμε, επειδή:

* Ο Χριστός κάνει υπακοή, ενώ ο Αδάμ ήταν ανυπάκουος· ο Χριστός κάνει νηστεία, ενώ ο Αδάμ ήταν λαίμαργος.

* Νήστεψε ο Χριστός. Δεν ήταν αμαρτωλές οι τροφές, δεν ήταν μολυσμένες οι τροφές, δεν είχαν τίποτε κακό οι τροφές. Απλώς νήστεψε. 

* Νήστεψαν και οι προφήτες πιο μπροστά. Ο Μωυσής, μιμητής του Χριστού πριν έλθει ο Χριστός, επί σαράντα ημέρες νήστεψε πάνω στο όρος Σινά. 

* Όλοι οι άγιοι νήστεψαν και νηστεύουν μέχρι σήμερα.

* Η φυσιολογική κατάσταση του ανθρώπου είναι αυτή η αγία κατάσταση που ζει κανείς με λίγη τροφή, με λίγο πιοτό, με κάποιο ένδυμα κλπ., και η τροφή του είναι ο Θεός, το πιοτό του είναι ο Θεός, η χαρά του είναι ο Θεός, τα πάντα είναι ο Θεός. 

* Ο ίδιος ο Κύριος απαρνείται το θέλημά του και κάνει το θέλημα του ουρανίου Πατρός. Δεν είναι αμαρτωλό το θέλημά του, όμως το απαρνείται. 

* Απαρνείσαι το θέλημά σου, τα στερείσαι όλα αυτά, και έτσι ο Θεός πάνω στην πράξη βλέπει ότι μπορεί να σου έχει εμπιστοσύνη (…) και σου εμπιστεύεται τη θεία ζωή.

* Η επιστροφή μας στον Παράδεισο δεν μπορεί να μην έχει και αυτό το στοιχείο: τη νηστεία. 

* Η πρώτη εντολή που είχε πολλά πράγματα μέσα, όλα αυτά τα πολλά έπαιρναν σάρκα και οστά ως νηστεία. 

* Δεν είναι επίδειξη. Επίδειξη είναι, όταν εσύ το κάνεις γι’ αυτό λόγο, για ν’ ακουστεί ότι νηστεύεις. 

* Αυτό είναι η πίστη, να παραδεχθούμε ότι υπάρχει ο Κύριος και εμπιστευόμαστε σ’ Αυτόν, αυτά που λέει τα δεχόμαστε (τα καταλαβαίνουμε δεν τα καταλαβαίνουμε) κι έτσι προκόπτουμε πνευματικά. 

* Το κάνει μέσα στην ψυχή ο Θεός. Και θα το κάνουμε με τη βοήθειά του και με τη φώτισή του και με τη βοήθεια των αγίων που θα πρεσβεύουν υπέρ ημών, οι οποίοι πέρασαν απ’ όλα τα στάδια και ξέρουν τι σημαίνει δυσκολία, ξέρουν όμως και τι σημαίνει σωτηρία.