τοῦ ἀρχιμ.Ἰακώβου Κανάκη 
Λίγο πρίν τά μεσάνυχτα, παραμονή πρωτοχρονιᾶς, μιά ὁμάδα νέων ἀνθρώπων ἀναζητοῦν ἀστέγους στό κέντρο τῆς Ἀθήνας. Τό κρύο δυνατό, ψύχος…Οἱ ἄστεγοι στά γνωστά τους μέρη σχεδόν παγωμένοι, κρυμμένοι στήν «θαλπωρή» τῶν μουσκεμένων σκεπασμάτων τους. Ἄλλοι κοιμήθηκαν νηστικοί καί ἄλλοι μέ ὅτι πρόχειρο μπόρεσαν νά ἐξοικονομήσουν..Χέρια παγωμένα, κορμιά σέ θέση ἐμβρυακή …ψυχές κουρασμένες ἀλλά πολύ συχνά καθαρές, ἀτόφιες. Τό ἔργο ἀρχίζει ἀπό τό εὐλογημένο σπιτικό τῆς μαγείρισσας πού φρόντισε γιά τά ἀπαραίτητα φαγητά τῆς προσφορᾶς. Εὐλογημένο καί ὄμορφο νά ξεκινᾶς μέ κέφι καί χαρά γιά τούς ἄλλους. Μάλιστα μερικές φορές νά φροντίζεις μέχρι θυσίας..Καί ἀπό ἐκεῖ μέ αὐτοκίνητα, «κομβόϊ» πού λέμε, μέχρι τήν πρωτεύουσα. Ταξίδι χωρίς ἀκριβῆ σχεδιασμό, «θά δώσουμε φαγητό σέ ὅποιον ὁ Θεός στείλει μπροστά μας. Καί ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἔστειλε πολλούς!Πλέον ἔχουν δημιουργηθεῖ ὁμάδες προσφορᾶς πού ξεκινοῦν τήν ἀναζήτηση στούς μεγάλους καί μικρούς δρόμους τῆς Ἀθήνας. Στήν Κουμουνδούρου βρίσκονται περίπου 30 πρόσωπα πού ἀντιλαμβάνονται ὅτι προσφέρεται φαγητό. Ἀπό τούς γύρω δρόμους τρέχουν ἄνθρωποι καί στήνεται μιά ἀνθρώπινη ἀλυσίδα πόνου ἀλλά καί προσωρινῆς τουλάχιστον ἐλπίδας. Τό νερόχιονο γίνεται πιό πυκνό καί τό κρύο ἀσυνήθιστο γιά τούς περισσότερους. Χέρι-χέρι, μέ ἀπώλυτη εὐταξία, παίρνουν ὅλοι φαγητό, μέ κατανόηση μοναδική, μέ τήν εὐγνωμοσύνη χαραγμένη στά πρόσωπά τους. Σέ λίγο ἀποσύρονται στίς χάρτινες οἰκίες τους. Κάποιοι ζητοῦν ρούχα ἀλλά δυστυχῶς δέν ὑπάρχουν. Ὅμως λίγο πιό κάτω, στήν Ὀμόνοια φάνηκε ὅτι τελικά ὑπῆρχαν καί αὐτά. Μιά κοπελίτσα περίπου εἴκοσι ἐτῶν, μπλεγμένη μέ τίς οὐσίες, λαγοκοιμᾶται φοβισμένη σέ ἕνα χαρτόκουτο, στήν στάση τοῦ ἠλεκτρικοῦ. Ὁ πατέρας πού ἔχει πάρει μαζί του στό ἐγχείρημα τήν κόρη του, μόλις 12 ἐτῶν μαζί μέ  τήν συνομίληκη φίλη της πλησιάζουν. Βλέπουν τήν κοπέλα πραγματικά νά τρέμει ἀπό τό κρύο καί νά λέει ὅτι κρυώνει. Τότε ἡ μικρή κοπέλα βγάζει τίς κάλτσες της καί τίς φορᾶ στήν «ἀδελφή της» πού ἔβλεπε γιά πρώτη της φορά. Ὁ πατέρας τά χάνει ἀλλά δέν τό δείχνει. Στιγμή ἀνεπανάληπτη! Τελικά τό Εὐαγγέλιο ἐφαρμόζεται ἔστω καί ἄν κάποιοι ἀμφιβάλλουν ἀκόμα. Ἐφαρμόζεται στά παιδιά γιατί αὐτά φέρουν τόν Χριστό ἀνάμεσά μας. Ἀνάμεσα στούς νέους πού συνεχῶς κατηγοροῦμε.
Αὐτό τό βράδυ ἡ μιά συγκυρία ἔφερνε τήν ἄλλη. Ἀπό τό πουθενά, ἐμφανίζεται ὁ Δανιήλ, ἕνας ἀκόμα «Τρελογιάννης». «Θά σᾶς πῶ ἐγώ πού βρίσκονται οἱ ἄστεγοι, θέλετε νά σᾶς δείξω;» Ὁ πρίν ἄγνωστος καί πλέον τόσο γνωστός Δανιήλ γίνεται πρωταγωνιστής. Ἤξερε κάθε σημεῖο τοῦ κέντρου πού βρίσκονται ἄστεγοι. Ὁ ἴδιος ἄστεγος ἀλλά μέ μιά ἀρχοντιά πού δέν συναντᾶς στά μεγαλύτερα σαλόνια. «Ἐμένα ἄστε με, νά δοῦμε τί θά κάνουμε μέ τούς ἄλλους». Πίσω ἀπό τό Θησεῖο, σέ ὑπόγεια οἰκοδομῶν, σέ μέρη ὑγρά ζοῦν ψυχές πού γιά χίλιους δύο λόγους βρέθηκαν ἀπροστάτευτες στήν ἀπρόσωπη πόλη. Ψυχές ὅμως καί αὐτές καί ὡς ψυχές ἔχουν μοναδική ἀξία. Ταυτόχρονα μέ αὐτά, ἐνημέρωση τηλεφωνική μέ τούς ὑπολοίπους τῶν ὁμάδων. Ἄλλοι στόν Κεραμικό, ἄλλοι στήν Κυψέλη, στήν Γέφυρα τοῦ Ρούφ. Καί ἀπό τήν ἄλλη κάτι πού σέ σκοτώνει. Ἡ ἀδιαφορία τῶν πολλῶν, πού μοιάζει νά παγώνει πιό πολύ καί ἀπό τό χιόνι πού πλέον στρώνεται σάν λευκό πέπλο παντοῦ. Ἡ ψυχρή ἀδιαφορία πού δείχνει ὅτι οἱ καρδιές σκλήρυναν καί ἔχασαν τό κυριώτερο συστατικό τους, ἔχασαν τήν ἀνθρωπιά τους. Ἄνθρωποι πιασμένοι χερί-χερί, πίνοντας ἀμέριμνοι στίς στολισμένες καφετέριες τά ζεστά ροφήματά τους, ἀκριβῶς δίπλα σέ αὐτούς πού ὑποφέρουν. Ὅμως, ζοῦν ἄραγε; Ἴσως, μιά ψεύτικη ζωή σέ μιά ψεύτικη γυάλα πού ἔφτιαξαν γιατί δέν ἀντέχουν νά δοῦν τήν ἀλήθεια. Αὐτή ἡ ἀνισότητα πού μαστίζει τόν κόσμο ἀπό τά πανάρχαια χρόνια συνεχίζεται καί σήμερα ἴδια καί ἀπαράλλαχτη. Εἶναι στιγμές, εἶναι βιώματα πού δέν περιγράφονται, δέν ἱστοροῦνται ἀλλά τά ζεῖ ὁ καθένας μοναδικά στά βάθη τῆς καρδιᾶς. Εἶναι ὄντως στιγμές μοναδικές.
Τί περίεργο συναίσθημα τόσο κρύο ἔξω καί ταυτόχρονα τόση ζεστή χαρά μέσα στήν καρδιά. Εἶναι ἡ χαρά ὅταν δίνεις, ἡ χαρά τῆς προσφορᾶς πού μπορεῖ νά λιώσει καί τό χιόνι.
 Ὅλοι ὁμολογοῦν πῶς ἔζησαν μιά πραγματική ἡμέρα καί ἐμεῖς τούς καμαρώνουμε καί τούς ζηλεύουμε! Σήμερα ὁ οὐρανός κατάβηκε κάτω στή γῆ καί οἱ ψυχές ἀνέβηκαν ἐπάνω, ψηλά. Αὐτό εἶναι τό κλῖμα τῶν Χριστουγέννων, γιά αὐτό τό κλῖμα εἴμαστε πλασμένοι!
Ἄς μᾶς χαρίσει ὁ Θεός μιά καλή καί εὐλογημένη νέα χρονιά!