Σάββατο 20 Απριλίου 2024

Ο ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ Ο ΤΡΙΧΙΝΑΣ

 

 15

Ο Όσιος Θεόδωρος καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη και γεννήθηκε από πλούσιους και ευσεβείς γονείς. Από νεαρή ηλικία ακολούθησε το μοναχικό βίο γενόμενος μοναχός στη μονή που γι’ αυτόν καλείτο μονή του Τριχινά.

Αφιέρωσε όλη του τη ζωή στη διακονία των φτωχών και των άρρωστων. Ονομάστηκε Τριχινάς, διότι είχε τρίχινα φορέματα. Η ζωή του ήταν λιτή και με πολλή εγκράτεια, προκειμένου να δίνει όσο γινόταν περισσότερα αγαθά στους πάσχοντες. Τη νύχτα ο Θεόδωρος πάντα έβρισκε χρόνο για προσευχή και μελέτη.

Ζούσε μέσα σε μια κοινωνία στερημένων ανθρώπων, που οι ανάγκες τους ήταν μεγάλες. Γι’ αυτό παρακινούσε πολλούς πλουσίους να διαθέτουν όσα αγαθά μπορούσαν. Πολλοί άπ’ αυτούς του έδιναν αρκετά χρήματα και είδη πρώτης ανάγκης, τα όποια ο Θεόδωρος διέθετε με πολλή διάκριση.

Πρώτα σ’ εκείνους που είχαν περισσότερη ανάγκη, όπως ορφανά, φτωχές χήρες και άρρωστους οικογενειάρχες. Ευεργετούσε μέχρι και την τελευταία ήμερα της ζωής του. Ο Όσιος Θεόδωρος κοιμήθηκε με ειρήνη και έλαβε τη Χάρη από τον Θεό, ο τάφος του να αναβλύζει μύρο που ευωδίαζε.

Έτσι, όσοι προσέτρεχαν εκεί με πίστη και ευλάβεια, λάμβαναν την υγεία της ψυχής και του σώματος.

Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Απολυτίκιο:
Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Δώρον ένθεον, της εγκρατείας, σκεύος έμψυχον, της απαθείας, ανεδείχθης θεοφόρε Θεόδωρε, τον γαρ Θεόν θεραπεύσας τοις έργοις σου, των παρ’ αυτών δωρημάτων ηξίωσαι. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Παρασκευή 19 Απριλίου 2024

ΡΟΔΟΝ ΤΟ ΑΜΑΡΑΝΤΟΝ, ΧΑΙΡΕ Η ΜΟΝΗ ΒΛΑΣΤΗΣΑΣΑ


 Ο Ακάθιστος Ύμνος, εκτός από τη σύνδεσή μας με την ιστορία του Γένους μας, καθώς μας υπενθυμίζει την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Αβάρους το 626 μ.Χ. και τη σωτηρία της χάρις στην θαυματουργική παρέμβαση της Θεοτόκου, προς τιμήν της οποίας όλος ο λαός έψαλλε το κοντάκιο αυτό όρθιος (Ακάθιστος), είναι μία εξαιρετική ευκαιρία να θυμηθούμε ότι η παράδοση δεν υπάρχει από μόνη της, εάν δεν έχει να στηριχθεί να πατήσει σε πνευματικές βάσεις.
   Στην περίπτωση του Ακαθίστου Ύμνου είναι το μυστήριο της Θείας Οικονομίας, ο ρόλος που η Υπεραγία Θεοτόκος διαδραμάτισε, αλλά και το γεγονός ότι ο Χριστός, γενόμενος άνθρωπος, ανεβάζει τον άνθρωπο εις ουρανόν. Σ’ αυτό το θαυμαστό μυστήριο μόνο η ποίηση μπορεί να αποδώσει την αλήθεια. Ο ποιητικός λόγος δεν είναι μονοσήμαντος. Αφήνει στον αναγνώστη του να δώσει απαντήσεις. Ο καθένας μας μπορεί να πατήσει στην ιστορία και την παράδοση, να απολαύσει τη γλώσσα, κυρίως όμως το ερώτημα στο οποίο καλείται να δώσει απάντηση είναι το «σε μένα τι έχει να πει;». Ξεκινώντας από το σύνολο, την κοινότητα, ο ύμνος αγγίζει το πρόσωπο, τον άνθρωπο, τον καθέναν. Αλλιώς, είναι μία τελετουργία η οποία μένει στην επανάληψη. Στο κάλλος της συνήθειας, όχι όμως της αλλαγής μας, για την οποία είμαστε υπεύθυνοι.

Στον κανόνα του Ύμνου ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος, μεταξύ άλλων, αναφωνεί προς την Παναγία: «Ρόδον το αμάραντον, χαίρε η μόνη βλαστήσας. Το μήλον το εύοσομον, χαίρε η τέξασα, το οσφράδιον του πάντων Βασιλέως. Χαίρε, απειρόγαμε, κόσμου διάσωσμα» (Α’ Ωδή).
 «Χαίρε, συ που βλάστησες το τριαντάφυλλο που δεν μαραίνεται ποτέ, δηλαδή τον Κύριο. Χαίρε, συ που γέννησες το μήλο το οποίο ευωδιάζει, συ, που γέννησες Εκείνον που αποτελεί την ευωδία την οποία οσφραίνεται ο Βασιλιάς των όλων Θεός. Χαίρε, συ που δεν έλαβες πείρα γάμου, συ, που είσαι η σωτηρία του κόσμου» (Αρχιμ. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος).

«Ρόδον το αμάραντον, χαίρε η μόνη βλαστήσασα». Τι τολμηρή παρομοίωση στ’ αλήθεια! Ο Χριστός παρομοιάζεται με το τριαντάφυλλο , όχι όμως το φυσικό, αλλά το υπέρ την φύσιν, που δεν μαραίνεται ποτέ. Κακία και δόλος δεν βρέθηκε στο στόμα Του. Τα πάντα επάνω του ήταν αγάπη. Ακόμη και τα δύσκολα που έλεγε και έπραττε για κάποιους, αγάπη ήταν. Όποιος και όποια Τον πλησίαζαν, έβλεπαν το κάλλος, το οποίο ανέδυε εκ μέρους Του, κάλλος Θεϊκό. Και την ίδια στιγμή, ένιωθαν ότι ο Θεός έστειλε Κάποιον ο Οποίος ήταν ένα με τους ανθρώπους, όχι για να κάνει επίδειξη δύναμης, αλλά για να μοιραστεί την αγάπη της ύπαρξής Του. Και δεν μαράθηκε ποτέ. Ούτε ακόμη όταν έλαβε εκούσια τον θάνατο. Διότι και πάλι αναστήθηκε, αφού κήρυξε εν Άδη το μήνυμα της Βασιλείας του Θεού. Δεν μαραίνεται η Βασιλεία του Θεού ποτέ. Δεν σκοτίζεται το φως το αληθινό. Δεν δύει το κάλλος, ακόμη κι αν η κακία των ανθρώπων δίνει την αίσθηση ότι έκρυψε την παρουσία του Θεανθρώπινου Προσώπου. Και είναι η Παναγία η μόνη που βλάστησε την άληκτο Ζωή. Οι άνθρωποι γεννούμε παιδιά, τα οποία ακολουθούν την φυσική εξέλιξη του χρόνου και της ζωής. Τα ρόδα θα μαραθούν. Ο Χριστός είναι εις τον αιώνα χθες και σήμερον ο Αυτός.

«Το μήλον το εύοσμον, χαίρε η τέξασα». Το μοναδικό μήλο το οποίο είναι ευωδιαστό για πάντα γέννησε η Παναγία. Τα εκ της φύσεως μήλα είναι εύοσμα όσο βρίσκονται στο δέντρο. Μετα, ο χρόνος σταδιακά σβήνει την ευωδία. Ο Χριστός, ως μήλον εύοσμον, παραμένει ταυτόχρονα στο δέντρο της κοινωνίας των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδος και γι’ αυτό δεν μαραίνεται ποτέ, διότι είναι Θεός, αλλά και κόβει ο Ίδιος τον εαυτό Του από το δέντρο, παραμένοντας με τρόπο μυστικό και ανερμήνευτο λογικά επάνω του, διδόμενος ως εύοσμο μήλο στους ανθρώπους, για να Τον οσφρανθούν και να μεθύσουν από τη χαρά της ευωδίας, για να Τον γευτούν ως τροφή η οποία στηρίζει και ανακαινίζει την κουρασμένη από την αμαρτία, αλλά και τις μέριμνες της ζωής, τις ήττες και τις αποτυχίες, τις αγωνίες και τους φόβους, ύπαρξη, κι ενώ «εσθίεται», «ουδέποτε δαπανάται», δεν ξοδεύεται, δεν τελειώνει, καθώς το μήλο γίνεται το Σώμα και το Αίμα του, «αγιάζον τους εσθίοντας» στη θεία λειτουργία.

«Το οσφράδιον του πάντων Βασιλέως». Και αυτό το ευωδιαστό μήλο το οσφραίνεται ο Θεός, ως βασιλιάς των όλων, διότι Αυτός το απέστειλε, αλλά και την ίδια στιγμή επάνω Του αποτυπώνονται χωρίς τέρμα οι δυνατότητες που δόθηκαν στην ανθρώπινη φύση από την αρχή της Δημιουργίας, να είναι δηλαδή εγκεντρισμένος ο άνθρωπος στο ξύλο της ζωής, της αγάπης που γίνεται αθανασία, πνευματική και σωματική, και ομοίωση κατά χάριν Θεού. Πρώτη η Παναγία γίνεται το οσφράδιο του πάντων Βασιλέως, του Υιού και Θεού της. Διότι τελικά, όπως εκείνη, έτσι κι εμείς μπορούμε να εκπληρώσουμε το νόημα της ζωής και τον προορισμό μας: να γίνουμε τέκνα Θεού. Η αμαρτία, ο πνευματικός θάνατος, το εγωτικό θέλημα μάς κάνουν να αποκοπτόμαστε από το δέντρο του Θεού και όλα επάνω μας σταδιακά φθείρονται και αποκτούν την αποφορά και την δυσοσμία του θανάτου. Όμως, η επάνοδός μας, όπως η Παναγία πρώτη, στον Θεό διά του Χριστού και της κοινωνίας μαζί Του, κάνουν όλα τα χαρίσματά μας, το πρόσωπό μας συνολικά, ως σωματοψυχική ύπαρξη, να ξαναβρίσκει την ευωδία της αγάπης και της αιωνιότητας, όπως μάς την έδωσε και συνεχώς μας την ξαναδίνει ο Χριστός.

«Χαίρε, απειρόγαμε, κόσμου διάσωσμα». Δεν έλαβε τον γάμο τον ανθρώπινο η Παναγία. Έγινε Μάνα, άνευ ανδρός. Δεν βίωσε την χαρά, αλλά και τη φθορά της ανθρώπινης σχέσης, αλλά αξιώθηκε να ζήσει τη χάρη της κοινωνίας με τον Ίδιο τον Θεό, να γίνει η Μάνα του Θεού και γι’ αυτό δεν ανήκει αποκλειστικά σε κανέναν άνθρωπο, αλλά σε όλους, είναι η Μάνα όλων μας. Δεν δοκίμασε τη φθορά που η καθημερινότητα προκαλεί σωματικά και ψυχικά στους ανθρώπους που ζούνε μαζί στο μυστήριο του γάμου, που δυσκολεύει τη χαρά της αγάπης. Δεν το χρειαζόταν. Υπερέβη την φύση. Και γι’ αυτό, με τις πρεσβείες της σώζει τον κόσμο εκ της φθοράς. Δείχνει τον Χριστό ως Εκείνον που μας βοηθά να αντέχουμε. Εκείνον που σηκώνει τις ήττες της συνήθειας και της αποτυχίας σε κάθε σχέση, για να μας αγιάσει με την αγάπη Του και να κάνει και τους άλλους άγιους κοντά μας, αρκεί να το θέλουμε και να το επιζητούμε στη ζωή και τον τρόπο της Εκκλησίας.

Στην Εκκλησία, όλα τα της Παναγίας βιώνονται και πάλι από τον καθένα και την καθεμιά μας. Γι’ αυτό και ο Ακάθιστος Ύμνος, τελικά, είναι ένα μεγαλείο υπενθύμισης της δικής μας ανάγκης για ανακαίνιση, με μπροστάρη μας την Παναγία, την Υπέρμαχο Στρατηγό. Ας την ακολουθήσουμε στην οδό του Χριστού!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

XAIΡΕ ΝΥΜΦΗ ΑΝΥΜΦΕΥΤΕ

 

παπα Γιώργης Δορμπαράκης

«Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Σαββάτῳ τῆς πέμπτης Ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν, ἑορτάζομεν τόν Ἀκάθιστον Ὕμνον τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας».

Στίχοι: «Ὕμνοις ἀΰπνοις εὐχαρίστως ἡ Πόλις τήν ἐν μάχαις ἄγρυπνον ὑμνεῖ Προστάτιν» (Ευχαρίστως η Κωνσταντινούπολη υμνολογεί με άυπνους ύμνους την άγρυπνη στις μάχες Προστάτιδα Θεοτόκο).

Α. Η εορτή του Ακαθίστου καθιερώθηκε από την Εκκλησία μας, κατά το συναξάρι της ημέρας, λόγω των υπερφυών επεμβάσεων της Υπεραγίας Θεοτόκου – και επί αυτοκράτορος Ηρακλείου (πρώτες δεκαετίες 7ου αι.) όταν οι Άβαροι επιτέθηκαν στην αφύλακτη Βασιλεύουσα λόγω της απουσίας του αυτοκράτορος, και επί αυτοκράτορος Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου (τέλη 7ου αι.) όταν οι Αγαρηνοί τη φορά αυτή επιτέθηκαν και πάλι στην Πόλη – οπότε η θαυμαστή υπέροπλος δύναμή Της κατατρόπωσε τους εχθρούς και κράτησε ελεύθερο το κέντρο της αυτοκρατορίας.

Προκειμένου λοιπόν να υπάρχει ανάμνηση των επεμβάσεων αυτών της Παναγίας και σ’ Εκείνην να αναγράφει τα νικητήρια η Πόλη ευχαριστώντας Αυτήν και τον Παντοκράτορα Κύριο και Θεό μας, καθιερώθηκε η συγκεκριμένη εορτή. Ακάθιστος δε ονομάστηκε  ο ευχαριστήριος ύμνος, διότι «ὀρθοστάδην» όλος ο λαός κατά τη νύκτα της νίκης ανέπεμψε τον ύμνο στην Μητέρα του Κυρίου. Και ποια άλλη αρχή μπορεί να υπάρξει των ευχαριστηρίων Της από ό,τι συνιστά την απαρχή της σωτηρίας δι’ Αυτής του ανθρωπίνου γένους: τον Ευαγγελισμό της;

Β. Το τροπάριο που συνοψίζει το γεγονός και τη θεολογία του Ευαγγελισμού είναι το κάθισμα που ακούγεται προ της ενάρξεως του Ακαθίστου Ύμνου.

«Τό προσταχθέν μυστικῶς λαβών ἐν γνώσει, ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ Ἰωσήφ σπουδῇ ἐπέστη ὁ Ἀσώματος λέγων τῇ Ἀπειρογάμῳ∙ Ὁ κλίνας τῇ καταβάσει τούς Οὐρανούς χωρεῖται ἀναλλοιώτως ὅλος ἐν σοί∙ ὅν καί βλέπων ἐν μήτρᾳ σου, λαβόντα δούλου μορφήν ἐξίσταμαι κραυγάζειν σοι∙ Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε».

(Ο αρχάγγελος Γαβριήλ αφού γνώρισε τη μυστική προσταγή του Κυρίου, έσπευσε να βρεθεί στον οίκο του Ιωσήφ του μνήστορος λέγοντας στην Παρθένο Κόρη Μαριάμ: Αυτός που κλίνει με την κατάβασή Του τους Ουρανούς χωρείται  χωρίς καμία αλλοίωσή Του ως προς τη θεϊκή Του φύση ολόκληρος μέσα σ’ εσένα. Και βλέποντας Αυτόν στη μήτρα σου να λαμβάνει μορφή δούλου (και να γίνεται άνθρωπος) φτάνω σε έκσταση που με κάνει να σου φωνάζω δυνατά: Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε).

Ο θεολογικότατος ύμνος λοιπόν έχει ως κεντρικό πρόσωπο τον Ασώματο Αρχάγγελο Γαβριήλ και την περιγραφή της διακονίας που αναλαμβάνει από τον Παντοκράτορα Κύριο για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Και το πρώτο που επισημαίνει ο άγιος υμνογράφος είναι η απορία και η έκσταση στην οποία βρίσκεται ο λειτουργός του Κυρίου, διότι το μυστήριο της σωτηρίας του ανθρώπου ήταν κρυμμένο και από τους ίδιους τους αγγέλους – καμία κτιστή φύση, ούτε και των πιο υψηλά ισταμένων Αρχαγγέλων, δεν γνώριζε την απόφαση αγάπης του Δημιουργού: ήταν το «χρόνοις αἰωνίοις σεσιγημένον μυστήριον»!

Κι αυτό το μυστήριο έπρεπε επιπλέον να διαφυλαχθεί άχρι καιρού «μυστικό». Η απορία του αρχιστρατήγου Γαβριήλ επιτείνεται και φτάνει στο απόλυτο βεβαίως από ό,τι του αποκαλύπτει ο Κύριος: όχι μόνον θα σώσει τον άνθρωπο, αλλά θα τον σώσει γινόμενος ο Ίδιος άνθρωπος, κι αυτό μέσα από μία μικρή κόρη σε μία εντελώς άσημη πολίχνη του Ισραήλ, τη Ναζαρέτ. Ο Παντοκράτωρ και Παντοδύναμος Θεός περικλείεται και «χωρεῖται» στη μήτρα μίας μικρής κοπέλας, χωρίς να σταματά να είναι το ίδιο Θεός!

Ουδέποτε βεβαίως κτιστή διάνοια όπως είπαμε, αγγελική ή αρχαγγελική ή και ανθρώπινη ακόμη, θα μπορούσε να φανταστεί το σχέδιο αυτό του Θεού – εδώ στηρίζεται ας σημειώσουμε παρενθετικά και η έκπληξη του «Άδη» που δέχεται άνθρωπο όπως νομίζει, κατά την ανθρωπομορφική εποπτεία της υμνολογίας, και του αποκαλύπτεται Θεός! Γι’ αυτό και η θεία οικονομία χαρακτηρίζεται μυστήριο, όπως συμβαίνει σε κάθε επέμβαση ασφαλώς του Θεού, και μάλιστα «μέγα μυστήριον». Το σημειώνει έκθαμβος και ο απόστολος Παύλος: «Ὁμολογουμένως μέγα ἐστί τό τῆς εὐσεβείας μυστήριον∙ Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί».

Και σε άλλο σημείο, μιλώντας για τον Δημιουργό που ενανθρώπησε: «Ἐν Αὐτῷ (τῷ Χριστῷ) κατοικεῖ πᾶν τό πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς». Και η εξήγηση βεβαίως που θα δώσει έπειτα ο ίδιος ο Κύριος ως άνθρωπος για την ακατανόητη αυτή ενέργειά Του είναι ότι ο Θεός είναι αγάπη. «Οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν Υἱόν Αὐτοῦ τόν μονγενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον». Η άπειρη Αγάπη του Θεού ερμηνεύει όλα τα ακατανόητα, όπως γίνεται και σε ανθρώπινο πια επίπεδο: όπου υφίσταται αληθινή αγάπη, εκεί διανοίγεται και φωτίζεται ο νους ώστε να κατανοήσει όλα τα κεκρυμμένα!

Στα μάτια του Αρχαγγέλου η μικρή κόρη Μαριάμ εξέρχεται των φυσικών απλών ορίων. Μετέχοντας της ενέργειας του Θεού γίνεται και αυτή «άκτιστη», η ίδια γίνεται μυστήριο: έκτοτε θα είναι η «Κεχαριτωμένη», η «Νύμφη ἀνύμφευτος» – ποτέ πια δεν θα μπορεί να προσεγγιστεί διά της λογικής και των ανθρωπίνων ακριβώς δυνάμεων. Κάθε προσέγγισή της θα περιέχει ταυτοχρόνως και τη θεώρηση του Υιού και Θεού της, μία πραγματικότητα που και η ίδια η Παναγία σταδιακά θα κατανοεί, κυρίως δέ όταν κι αυτή θα λάβει το Πνεύμα το Άγιον την ημέρα της Πεντηκοστής. Διότι κανείς χωρίς το Πνεύμα του Θεού δεν μπορεί να δει το φως του Θεού στην ύπαρξή του και οπουδήποτε αλλού. «Ἐν τῷ φωτί Σου ὀψόμεθα φῶς».

Κι εκείνο που μας συγκινεί και μας παραδειγματίζει ιδιαιτέρως στη διακονία του αγίου Γαβριήλ, τέλος, είναι η ανταπόκρισή του στο κέλευσμα του Δημιουργού του: παίρνει την εντολή και «σπουδῇ», με βιάση δηλαδή, βρίσκεται στον τόπο της αποστολής του. Ό,τι ο Κύριος στην προσευχή που μας δώρισε, το «Πάτερ ἡμῶν», αποκαλύπτει, αυτό και βλέπουμε έμπρακτα στο πρόσωπο του αρχαγγέλου. Τι λέει ο Κύριος: «γενηθήτω τό θέλημά Σου, ὡς ἐν Οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς».

Το θέλημα του Θεού είναι αμέσως εκτελεστό από τους αγίους αγγέλους – «όλος ο ουρανός και όλοι οι άγιοι ένα θέλημα έχουν» όπως σημειώνει ο όσιος Σωφρόνιος, «εν αντιθέσει με εμάς τους ανθρώπους, που όλοι έχουν το δικό τους θέλημα» – όλοι οι άγγελοι λοιπόν έχουν ήδη κινηθεί και έχουν τεθεί σε ενέργεια, μόλις και μόνον νεύει προς αυτούς ο παντοδύναμος Κύριος. Κι αυτό γιατί; Γιατί και ο ίδιος ο Υιός και Λόγος του Θεού έτσι αποκαλύπτεται, ως ο απόλυτα υπήκοος στο θέλημα του Θεού Πατρός, γι’ αυτό και έκτοτε, με πρώτη την Παναγία, η υπακοή είναι το πιο καθοριστικό στοιχείο της ταυτότητας ενός χριστιανού. Υπακοή ως ελεύθερη επιλογή πίστεως στον Κύριο και την Εκκλησία Του, που φανερώνει την αλήθεια της από τη γνήσια ταπείνωση και την άδολη αγάπη.

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΥ ΑΚΑΘΙΣΤΟΥ ΥΜΝΟΥ

 



Ο εψάλη το καλοκαίρι του 626 μετά από την σωτηρία της Πόλης (8 Αυγούστου). Σύμφωνα με θεολόγους ο Ακάθιστος Ύμνος ψάλλεται παρ΄όλα αυτά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή για να συνοδεύσει την γιορτή του Ευαγγελισμού της .
Η μεγάλη γιορτή του Ευαγγελισμού, επειδή βρίσκεται ημερολογιακά μέσα σε περίοδο Νηστείας, στερείται προεόρτιων και μεθεόρτιων. Ο Ακάθιστος Ύμνος, λοιπόν, έρχεται να συνοδέψει την γιορτή του Ευαγγελισμού και να καλύψει το κενό που δημιουργείται λόγω της περιόδου της Νηστείας, όσον αφορά τα προεόρτια και μεθεόρτια.
Και επειδή ο εορτασμός χαρμόσυνων γεγονότων, κατά την περίοδο Νηστείας, επιτρέπεται μόνο το Σάββατο και την Κυριακή, η ψαλμωδία του Ακάθιστου ψάλλεται κατά τα απόδειπνα των Παρασκευών τα οποία λειτουργικά ανήκουν στην ημέρα του Σαββάτου.
Γιατί ονομάζεται Ακάθιστος Ύμνος;
Για να βρούμε την απάντηση στην ερώτηση αυτή θα πρέπει να ανατρέξουμε στην ιστορία και να δούμε τα ιστορικά στοιχεία του . Σύμφωνα με το Συναξαριστή ή Συναξάρι ο Ακάθιστος Ύμνος ψάλει το καλοκαίρι του 626. Την εποχή εκείνη ο αυτοκράτορας Ηράκλειος βρισκόταν σε εκστρατεία στο εσωτερικό της Ασίας. Την απουσία του αυτοκράτορα εκμεταλλεύτηκαν οι Πέρσες και οι Άβαροι οι οποίοι πολιόρκησαν το Βυζάντιο. Ο φρούραρχος Βώνος και ο Πατριάρχης Σέργιος εμψύχωναν το λαό που ετοιμαζόταν να πολεμήσει τις πολεμικές μηχανές των Περσών και των Αβαρών, χωρίς να έχει πολλές ελπίδες για νίκη.
Ο Πατριάρχης Σέργιος κρατώντας την εικόνα της των Βλαχερνών, περιδιάβαινε τα τείχη από άκρη σε άκρη για να δώσει θάρρος και ελπίδα. Την ημέρα που οι εχθροί της Πόλης ετοίμαζαν τη μεγάλη τους επίθεση και καθώς ο Πατριάρχης Σέργιος, κρατώντας την εικόνα της Παναγίας προσπαθούσε να εμψυχώσει το λαό, ένας μεγάλος ανεμοστρόβιλος προξένησε ανεπανόρθωτες ζημίες σε μεγάλο μέρος της ναυτικής δύναμης των εχθρών αναγκάζοντάς τους να αλλάξουν σχέδια και να λύσουν την πολιορκία.
Βλέποντας ο λαός το θαύμα αυτό και θέλοντας να ευχαριστήσει την Παναγία συγκεντρώθηκε στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών όπου όλοι οι πιστοί, όρθιοι, έψαλλαν, ως δοξολογία και ευχαριστία για την σωτηρία της Πόλης, τον Ύμνο προς την Παναγία, ο οποίος αργότερα θα ονομαστεί Ακάθιστος διότι «ορθοστάδην τότε πας ο λαός κατά την νύκτα εκείνην τον ύμνον τη του Λόγου Μητρί έμελψαν και ότι πάσι τοις άλλοις οίκοις καθήσθαι εξ έθους έχοντες, εν τοις παρούσι της θεομήτορος όρθοὶ πάντες ακροώμεθα».

ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΟΛΛΟΙ ΚΟΜΠΟΙ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΥΘΟΥΝ

 

Ο Χριστός δεν αλλάζει πρόσωπα. Είναι αυτό το ίδιο πρόσωπο και στη Σταύρωση, και τη Μεταμόρφωση, με την ίδια δόξα.

Εκείνος που αλλάζει, όχι πρόσωπα αλλά προσωπεία, είναι ο άνθρωπος. Ο μεταμορφωμένος άνθρωπος αποκτά το πρώτο κάλλος του, την ωραιότητα του.

Ο παραμορφωμένος από τον εγωισμό άνθρωπος είναι εκείνος που μεταβαίνει από το κάλλος, στην ασχήμια. Από τη νεότητα, στην γήρανση. Κι αυτά δεν είναι εξωτερικά στοιχεία, αλλά εσωτερικά.»

Τα προσωπεία αλλάζουν και ζημιώνουν τον άνθρωπο. Μέσα σε τόσα προσωπεία που αλλάζουμε, κάποια στιγμή φτάνουμε να χάσουμε τον ίδιο μας τον εαυτό…

…Υπάρχουν πολλοί κόμποι στο παρελθόν που πρέπει να λυθούν.

Η ταπείνωση θα σε κάνει να εντοπίσεις τον κόμπο στο παρελθόν, η μετάνοια θα σε βοηθήσει να τον λύσεις…

Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΦΝΟΥΤΙΟΣ Ο ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΗΣ ΚΑΙ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ

 


Τη μνήμη του τιμά σήμερα, , η Εκκλησία μας. Ο Άγιος Παφνούτιος έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.). Όταν αυτός κήρυξε διωγμό κατά των χριστιανών, ο έπαρχος Αρριανός ξεκίνησε να συλλάβει τον Παφνούτιο μέσα στίς ερημιές της Αιγύπτου, όπου ζούσε.
 Αλλά αυτός έρχεται και συναντά μόνος του τον Αρριανό, που διέταξε να βασανισθεί ο Παφνούτιος επί τόπου. Ξέσχισαν τις σάρκες του μέχρι του σημείου να φαίνονται τα εντόσθια του.
Ο Παφνούτιος προσευχήθηκε και, εντελώς θαυματουργικά, οι πληγές του έκλεισαν με αποτέλεσμα να πιστέψουν στο Χριστό οι δύο στρατιώτες που τον βασάνισαν. Ο Αρριανός αποκεφάλισε τους δύο στρατιώτες, και τον Παφνούτιο τον έριξε στη φυλακή. Εκεί, συνάντησε 40 προκρίτους που ήταν έγκλειστοι γιατί καθυστερούσαν τους φόρους προς το δημόσιο, και κατάφερε να τους κάνει χριστιανούς.
Το έμαθε ο Αρριανός και οργισμένος τους έκαψε όλους ζωντανούς, αλλά ο Παφνούτιος με θαύμα έγινε άφαντος από τα μάτια του. Και, αφού εν τω μεταξύ έφερε πολλούς στη χριστιανική πίστη, παρουσιάζεται μόνος του στον Αρριανό, που διέταξε να τον κομματιάσουν. Και ενώ ο Αρριανός πήγε να τον δει κομματιασμένο νεκρό, τα κομμάτια του σώματος ενώθηκαν και ο Παφνούτιος, ζωντανός μπροστά του, του λέει: «Με γνωρίζεις, Αρριανέ;
Όλα αυτά τα περί εμέ θαυμάσια, πραγματοποιεί ο Κύριος μου Ιησούς Χριστός, δια να ελέχθη η ασέβεια σου, δια να εννοήσης ότι, πολέμων προς αυτόν, λακτίζεις προς κέντρον, δια να καταλάβεις ότι λατρεύεις κωφά και τυφλά είδωλα κατασκευασμένα από ύλην άναίσθητον».
Το θαύμα έγινε αφορμή να πιστέψει ένα ολόκληρο τάγμα στρατιωτών. Στην απελπισία του ο Αρριανός, έστειλε τον Παφνούτιο στη Ρώμη, όπου έλαβε σταυρικό θάνατο. Η Εκκλησία τιμά την μνήμη τους και στις 25 Σεπτεμβρίου.
Απολυτίκιο:
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Θυσίαν την ένθεον, πιστώς προσφέρων Θεώ, ως θύμα ευπρόσδεκτον, προσανηνέχθης αυτώ, αθλήσεως άνθραξιν όθεν ως ιερέα, και στερρόν Αθλοφόρον, έδειξε σε ο Κτίστης, χαρισμάτων ταμείον εξ ων και ημίν Παράσχου, ιερομάρτυς Παφνούτιε.

 

Πέμπτη 18 Απριλίου 2024

ΟΛΕΣ ΜΑΣ ΤΙΣ ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ ΤΙΣ ΒΑΣΤΑ Ο ΘΕΟΣ

           

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
«Όλες μας τις αδυναμίες τις βαστά ο Θεός» (Ισαάκ ο Σύρος). Ο ασκητικός λόγος είναι πραγματικά συγκλονιστικός. Ο Θεός δεν μένει στα θετικά μας, δεν χαίρεται μόνο με την πρόοδό μας, αλλά είναι δίπλα μας στα δύσκολά μας. Είναι έτοιμος να βαστάξει τις αδυναμίες μας και όχι κάποιες, αλλά όλες. Διότι ο Θεός έγινε άνθρωπος για να σηκώσει όχι μόνο τον δικό Του σταυρό, αλλά και τους δικούς μας. Και μόνο η αγάπη είναι αυτή που βγάζει φιλότιμο, αρχοντιά, υπομονή και δύναμη ακατανίκητη.

                Ο Θεός βαστάζει τις αδυναμίες μας γιατί μας λυπάται; Αυτό κάνουμε εμείς. Επειδή αισθανόμαστε συμπόνοια και κατανόηση για τους άλλους, όπως και για τις αδυναμίες τους, κάποτε τους βοηθάμε. Ο Θεός όμως δεν λειτουργεί έτσι. Δεν ξεχωρίζει δικαίους και αδίκους, αλλά καλεί όλους να πάνε κοντά Του και να τους αναπαύσει. Προϋπόθεση να είμαστε κοπιώντες και πεφορτισμένοι, δηλαδή άνθρωποι που κουραζόμαστε από τη ζωή και λυγίζουμε, άνθρωποι που αισθανόμαστε ότι έχουμε επάνω μας βάρη, τα οποία θέλουμε να τα αφήσουμε, αφήνοντας πρώτα, κατά μέρος, τον εγωισμό εκείνον που μάς λέει ότι όλα τα μπορούμε και δεν έχουμε ανάγκη από τίποτα και κανέναν κι όταν χάσουμε, θα φταίνε οι άλλοι. Για να αφήσεις τα βάρη σου και τις αδυναμίες σου, χρειάζεται ταπείνωση. Επίγνωση ότι χωρίς τον Θεό δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Ομολογία των ελλείψεών σου, της μηδαμινότητάς σου. Και Εκείνος θα σε αναπαύσει, όχι επειδή σε λυπάται, αλλά επειδή σε αγαπά. Επειδή αυτός που αγαπά ακούει τη φωνή του κουρασμένου. Αυτός που αγαπά αναζητεί τρόπο να πάρει πάνω του τα βάρη του άλλου, όχι για  να δοξαστεί, αλλά για να δείξει ότι η αγάπη όλα τα μπορεί.

                Ο Θεός βαστάζει τις αδυναμίες μας γιατί  ο Ίδιος σταυρώθηκε γι’ αυτές. Για να μας δείξει ότι πλέον δεν νικά ο θάνατος τον άνθρωπο, δεν νικά το κακό, η αμαρτία δεν είναι παντοδύναμη, αλλά η πίστη είναι η οδός που γίνεται ανάσταση και ζωή. Και όποιος πιστεύει αναζητεί τα βήματα του Θεού στην πορεία του στον κόσμο αυτό. Την πρόνοια του Θεού που δεν κλείνει την πόρτα σε όποιον την χτυπά, αλλά δίνει ευκαιρίες καινούργιας αρχής. Που κάνει και ανθρώπους που δυσκολεύουν τη ζωή μας να μας δείχνουν τελικά τα μέτρα μας, τις αντοχές μας, την ανάγκη να είμαστε ταπεινοί. Όχι για να λυγίσουμε, αλλά για να επιμείνουμε. Και ο Θεός θα βαστάξει τις λύπες, τις ήττες, τις δυσκολίες μας, για να νιώσουμε ότι η χαρά βρίσκεται στη σχέση μαζί Του και στη σχέση με τον συνάνθρωπο και όχι στην όποια αυτοδικαίωση ή επιτυχία.

                Η εποχή μας διακηρύττει ότι το πρωτείο υπάρχει στο «μόνο εγώ». Το βλέπουμε στην οικογένεια, στο σχολείο, στην εργασία, στον κόσμο της εικόνας. Αν δεν αποδέχονται οι άλλοι την προτεραιότητά σου, χωρίς να εξετάζεις τις αδυναμίες σου, τα λάθη σου, την πνευματική σου ωφέλεια, τότε αισθάνεσαι δυστυχής. Και σπεύδει ο κόσμος να υπερασπίζεται το «μόνο εγώ», αρνούμενος και τον Θεό. «Άδικος», λένε «ο Θεός», «άδικη η ζωή». Στη δυσκολία όμως κανένα από τα ανθρώπινα έργα δεν μπορεί να υπερασπιστεί αυτόν που νικιέται. Μόνο ο Θεός μπορεί να βαστάξει τις αδυναμίες μας για να μας δείξει την αρχή που η αγάπη μπορεί να κάνει. Ας Τον εμπιστευθούμε. 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

ΑΓΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ:ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΓΙΑ ΝΑ ΜΑΣ ΔΩΣΕΙ ΕΥΚΟΛΑ,ΕΥΚΟΛΟΤΑΤΑ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΟΤΙ ΕΠΙΘΥΜΟΥΜΕ!

 

Να μην εκβιάζομε με τις προσευχές μας τον Θεό. Να μη ζητάμε απ’ τον Θεό να μας απαλλάξει από κάτι, ασθένεια κ.λπ., ή να μας λύσει τα προβλήματά μας, αλλά να ζητάμε δύναμη και ενίσχυση από Εκείνον, για να τα υπομένομε.

Όπως Εκείνος κρούει με ευγένεια την πόρτα της ψυχής μας, έτσι κι εμείς να ζητάμε ευγενικά αυτό που επιθυμούμε κι αν ο Κύριος δεν απαντάει, να σταματάμε να το ζητάμε.

Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του. Εφόσον πιστεύομε στην αγαθή Του πρόνοια, εφόσον πιστεύομε ότι Εκείνος γνωρίζει τα πάντα απ’ τη ζωή μας κι ότι πάντα θέλει το αγαθόν, γιατί να μη δείχνομε εμπιστοσύνη;

Να προσευχόμαστε απλά και απαλά, χωρίς πάθος και εκβιασμό. Ξέρομε ότι παρελθόν, παρόν και μέλλον, όλα είναι γνωστά, γυμνά και τετραχηλισμένα ενώπιον του Θεού. Όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, «…ουκ έστι κτίσις αφανής ενώπιον Αυτού, πάντα δε γυμνά και τετραχηλισμένα τοις οφθαλμοίς Αυτού».

Εμείς να μην επιμένομε· η προσπάθεια κάνει κακό αντί για καλό. Μην κυνηγάμε ν’ αποκτήσομε αυτό που θέλομε, αλλά να τ’ αφήνομε στο θέλημα του Θεού. Γιατί, όσο το κυνηγάμε, τόσο αυτό απομακρύνεται.

Άρα, λοιπόν, υπομονή και πίστη και γαλήνη. Κι αν το ξεχάσομε εμείς, ο Κύριος ποτέ δεν ξεχνάει κι αν είναι για το καλό μας, θα μας δώσει αυτό που πρέπει κι όταν πρέπει.

Να ζητάμε στην προσευχή μόνο τη σωτηρία της ψυχής μας. Δεν είπε ο Κύριος: «Ζητείτε δε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού… και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν»;

Εύκολα, ευκολότατα ο Χριστός μπορεί να μας δώσει ό,τι επιθυμούμε. Και κοιτάξτε το μυστικό. Το μυστικό είναι να μην το έχετε στο νου σας καθόλου να ζητήσετε το συγκεκριμένο πράγμα. Το μυστικό είναι να ζητάτε την ένωσή σας με τον Χριστό ανιδιοτελώς, χωρίς να λέτε, «δώσ᾽ μου τούτο, εκείνο…».

Είναι αρκετό να λέμε, «Κύριε Ιησού, ελέησόν με». Δεν χρειάζεται ο Θεός ενημέρωση από μας για τις διάφορες ανάγκες μας. Εκείνος τα γνωρίζει όλα ασυγκρίτως καλύτερα από μας και μας παρέχει την αγάπη Του. Το θέμα είναι ν’ ανταποκριθούμε σ’ αυτή την αγάπη με την προσευχή και την τήρηση των εντολών Του.

Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού· αυτό είναι το πιο συμφέρον, το πιο ασφαλές για μας και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός, δεν γίνεται τίποτα.

ΓΙΝΕ Η ΧΑΡΑ ΚΑΙ Η ΑΝΑΠΑΥΣΗ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ

 

Είναι πολύ σημαντικό να αναπαύεις τον άλλον.

Τον άντρα σου , τη γυναίκα σου, τα παιδιά σου, τους φίλους σου, τους συναδέρφους σου. Κάθε βράδυ να πέφτεις για ύπνο και να μην έχεις πληγώσει άνθρωπο. Να μην είσαι η αιτία που θα  χαλάσει η ημέρα κανενός ανθρώπου. Να σε σκέφτεται ο άλλος και  να χαμογελάει, να χαίρεται. Να σκορπίζεις γύρω σου χαρά, όπως το φως φωτίζει και διώχνει το σκοτάδι. Μην γίνει ποτέ άσχημος λογισμός για κανέναν. Είναι κυριολεκτικά ένας εφιάλτης. Σε όλη την καθημερινότητά σου από το παιχνίδι που θα κάνεις με το παιδί στου στα πατώματα, τις αγκαλιές με τον άνθρωπο σου, ένα ποτό με ένα φίλο, να είσαι άνθρωπος της χαράς και της ευχαριστίας. Είναι λυπηρό να βλέπεις ανθρώπους που λένε ότι πιστεύουν στον Χριστό γεμάτους από ενοχές, δεισιδαιμονίες, και μια φοβερή έλλειψη χαράς. Ο Χριστός είναι χαρά και έρωτας και δυστυχώς το ξεχνάμε διότι δεν το βιώνουμε.  Γιατί; Διότι η προσευχή από ερωτικό διάλογο, την έχουμε κάνει ειδωλολατρική συναλλαγή. Και έτσι αντί να πηγαίνουμε προς την αγιότητα, βαδίζουμε σαν άρρωστοι στον γκρεμό.

 Στη ζωή αυτή δεν χρειάζονται πολλά λόγια, και λεπτομέρειες. Λίγα και καλά, φωτεινά και όμορφα. Πολλές φορές είναι χρήσιμη και η σιωπή. Κάποιες φορές χρειάζεται και να αφήσεις κάτι να πέσει κάτω. Άλλες φορές θα πρέπει να μιλήσεις, αλλά αν δεν έχεις βυθιστεί στην προσευχή καλύτερα να σιωπήσεις.

 Ο σημερινός άνθρωπος θέλει λίγη αγάπη, λίγη παρηγοριά, έναν καλό λόγο και κάπου να ακουμπήσει. Ας γίνουμε το λιμάνι για να βρίσκει ο άλλος ανάπαυση. Ας είμαστε μια αγκαλιά για όλους. Όπως η αγκαλιά του Κυρίου επάνω στον Σταυρό. Μια αγκαλιά σταυρωμένη και αναστάσιμη. Οι ψυχές, ιδιαίτερα των σημερινών ανθρώπων είναι σαν μια κιθάρα. Θέλει γνώση και διάκριση ώστε να παίξεις σωστά τις χορδές, αλλιώς θα βγει κάτι άσχημο. Θέλει λεπτούς χειρισμούς ο σημερινός άνθρωπος, διότι είναι ζαλισμένος και παραμορφωμένος ζώντας στον παραλογισμό του κόσμου τούτου. Προσοχή λοιπόν, και διάκριση.

π.Σπυρίδων Σκουτής

Ο ΜΕΓΑΣ ΚΑΝΩΝ

 

Ο Μέγας Κανών, που συνέθεσε ο άγιος Ανδρέας ο Ιεροσολυμίτης, αρχιεπίσκοπος Κρήτης κι ένας απ᾿ τους πιο εξέχοντες εκπροσώπους της εκκλησιαστικής ποιήσεώς μας, είναι ένας από τους πιο υπέροχους και περισσότερο γνωστούς ύμνους στο εκκλησιαστικό πλήρωμα. Ψάλλεται τμηματικά τις τέσσερις πρώτες ημέρες της Καθαρής Εβδομάδας και ολόκληρος την Πέμπτη της ε´ εβδομάδας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Αποτελεί ένα εγερτήριο σάλπισμα που αποβλέπει στο να φέρει τον άνθρωπο σε συναίσθηση της αμαρτωλότητάς του και να τον οδηγήσει μέσα από τη συντριβή και τη μετάνοια κοντά στον Θεό.

Ο Μέγας Κανών είναι ύμνος βαθιάς συντριβής και συγκλονιστικής μετανοίας. Ο άνθρωπος, που αισθάνεται το βάρος της αμαρτίας· που γεύεται την πικρία της μακριά από τον Θεό ζωής· που κατανοεί τις τραγικές διαστάσεις της αλλοτριώσεως της ανθρώπινης φύσεως στην πτώση και την αποστασία της από τον Θεό, συντρίβεται. Κατανύσσεται. Αναστενάζει βαθιά και ξεσπά σε θρήνο γοερό. Έναν θρήνο όμως που σώζει, διότι ανοίγει τον δρόμο της μετανοίας. Τον δρόμο που επαναφέρει την ανθρώπινη ύπαρξη κοντά στον Θεό, την πηγή της αληθινής ζωής και το πλήρωμα της άρρητης χαράς και ευφροσύνης.

Η δομή του

Το πιο αξιόλογο και περισσότερο γνωστό απ᾿ όλα τα έργα του αγίου Ανδρέα είναι ασφαλώς ο Μέγας Κανών. Ξεχωρίζει ανάμεσα στους πολλούς Κανόνες του για την πρωτοτυπία του και την έκτασή του. Η έκτασή του αυτή είναι ᾿κείνη που του έδωσε και την ονομασία Μέγας. Ο Μέγας Κανών είναι ένα από τα ευγενέστερα προιόντα βαθιάς θρησκευτικής πείρας. Η αξία του από πλευράς θρησκευτικής και αισθητικής είναι μεγάλη και κατέχει εκλεκτή θέση στην όλη εκκλησιαστική ποίηση και τη λατρεία της Εκκλησίας.

Αποτελείται από εννιά Ωδές, από τις οποίες η β´ και η γ´ έχουν από δύο Ειρμούς και η Ϛ´ διαιρείται σε δύο τμήματα. Το δεύτερο τμήμα της δεν έχει δικό του Ειρμό. Ίσως παλαιότερα να είχε και στον τελικό καταρτισμό του Τριωδίου να εξέπεσε. Μπροστά από κάθε τροπάριό του έχει τεθεί στίχος απ᾿ τους Μακαρισμούς. Σχετικά με τον αριθμό και την τάξη των τροπαρίων πρέπει να πούμε ότι υπάρχει μια ποικιλία στα χειρόγραφα κι έτσι δεν μπορούμε να ξέρουμε απόλυτα ποια είναι γνήσια και ποια παρέμβλητα. Τα τροπάρια που αναφέρονται στην οσία Μαρία την Αιγυπτία και τον ίδιο τον Άγιο είναι φανερό ότι δεν προέρχονται από τη γραφίδα του αγίου Ανδρέα, αλλ᾿ ότι είναι μεταγενέστερα. (Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουν όλοι οι ερευνητές, γι᾿ αυτό κι εμείς τα παραλείψαμε στην παρούσα εργασία). Σύμφωνα με το Τριώδιο που βρίσκεται στη λειτουργική χρήση της Εκκλησίας, στο οποίο κι εμείς στηριχτήκαμε (έκδοση Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1960), ο αριθμός των τροπαρίων έχει ως εξής· α´ 25, β´ 41, γ´ 28, δ´ 29, ε´ 23, Ϛ´ 33, ζ´ 22, η´ 22, και θ´ 27. Συνολικά δηλαδή ο Μέγας Κανών αποτελείται από 11 Ειρμούς και 250 τροπάρια. Κατά μια εκδοχή ο άγιος Ανδρέας έγραψε τόσα τροπάρια, όσοι είναι και οι στίχοι των εννιά βιβλικών ωδών.

Τα περιστατικά της συγγραφής

Τα περιστατικά κάτω απ᾿ τα οποία ο άγιος Ανδρέας συνέθεσε τον Κανόνα δεν μας είναι γνωστά. Δεν έχουμε συγκεκριμένες μαρτυρίες, που να αναφέρονται στον χρόνο, τον τόπο και τα πλαίσια της συνθέσεώς του. Προς την κατεύθυνση αυτή μια κάποια βοήθεια μας δίνουν μερικά προσωπικά στοιχεία και ενδείξεις του ίδιου του Κανόνος. Ο ποιητής μερικές φορές αναφέρεται στην ηλικία του· «Ερριμμένον με, Σωτήρ, / προ των πυλών σου / καν εν τω γήρει… / αλλά προ του τέλους / …» (α´ 13)· «Εκ νεότητος, Σωτήρ, / τας εντολάς σου επαρωσάμην, / όλον εμπαθώς, / αμελών, ραθυμών / παρήλθον τον βίον…» (α´ 20)· «Ο χρόνος ο της ζωής μου / ολίγος…» (δ´ 23. Βλέπε και δ´ 2, η´ 6 κ.α.). Από τις παραπάνω ενδείξεις πρέπει να συμπεράνουμε ότι ο ποιητής συνέθεσε τον Κανόνα σε ηλικία προχωρημένη.

Το τελευταίο τροπάριο του Μεγάλου Κανόνος μας δίνει τη δυνατότητα για ένα ακριβέστερο καθορισμό του τόπου συγγραφής· «Την πόλιν σου φύλαττε, / Θεογεννήτορ άχραντε· / εν σοι γαρ αύτη / πιστώς βασιλεύουσα, / εν σοι και κρατύνεται / και διά σου νικώσα…». Φαίνεται δηλαδή ότι ο άγιος Ανδρέας συνέγραψε τον Κανόνα στην Κωνσταντινούπολη είτε πριν εκλεγεί αρχιεπίσκοπος Κρήτης είτε μετά, σε κάποιο ταξίδι του και μάλιστα κοντά χρονικά σε κάποια επιτυχή απόκρουση βαρβαρικής επιδρομής («εν σοι κρατύνεται», «διά σου νικώσα», «τροπούται πάντα πειρασμόν», «σκυλεύει πολεμίους»). Ίσως των Αράβων το 717.

Το θέμα του

Το Συναξάριο της Πέμπτης της ε´ εβδομάδας των Νηστειών (της ημέρας δηλαδή που ψάλλεται ο Μέγας Κανών) ως εξής αναφέρεται στο θέμα, το περιεχόμενο και τους σκοπούς του ποιήματος· «πάσαν γαρ Παλαιάς και Νέας Διαθήκης ιστορίαν ερανισάμενος και αθροίσας, το παρόν ηρμόσατο μέλος, από Αδάμ δηλαδή μέχρι και αυτής της Χριστού Αναλήψεως και του των Αποστόλων κηρύγματος. Προτρέπεται γούν διά τούτου πάσαν ψυχήν, όσα μεν αγαθά της ιστορίας ζηλούν και μιμείσθαι προς δύναμιν, όσα δε των φαύλων αποφεύγειν, και αεί προς Θεόν ανατρέχειν διά μετανοίας, διά δακρύων και εξομολογήσεως, και της άλλης δηλονότι ευαρεστήσεως». Θέμα δηλαδή του Μεγάλου Κανόνος είναι η παρουσίαση της τραγικής καταστάσεως του ανθρώπου της πτώσεως και της αμαρτίας και η θερμή παρακίνησή του να μετανοήσει και να επιστρέψει κοντά στον ζώντα και αληθινό Θεό.

Η διαπραγμάτευση του θέματος είναι πρωτότυπη, έντονα δραματική και πλαισιώνεται από τη χρήση ενός πλήθους παραδειγμάτων αποβλέπει στην παρακίνηση της ψυχής να μιμηθεί τις καλές πράξεις των ευσεβών και ν᾿ αποφύγει τις κακές των ασεβών. Τα περισσότερα από τα βιβλικά παραδείγματα είναι παρμένα από την Παλαιά Διαθήκη. Αυτό κυρίως γίνεται στις πρώτες οκτώ Ωδές (όπου, βέβαια, αναφέρονται σποραδικά πρόσωπα και γεγονότα και της Καινής Διαθήκης). Μας το υπογραμμίζει και ο ίδιος ο ποιητής στο τροπάριο θ´ 2· «Μωσέως παρήγαγον, /ψυχή, την κοσμογένεσιν / και εξ εκείνου / πάσαν ενδιάθετον / γραφήν ιστορούσάν σοι / δικαίους και αδίκους, / ων τους δευτέρους, ω ψυχή, / εμιμήσω, ου τους πρώτους, / εις Θεόν εξαμαρτήσασα».

Τα βιβλικά πρόσωπα, που χρησιμοποιούνται από τον ποιητή, κρίνονται ανάλογα με τη συμπεριφορά τους προς τον Θεό και τον νόμο Του και τη διαγωγή τους μες στην Ισραηλιτική κοινωνία. Έτσι προβάλλεται ιδιαίτερα η παιδαγωγική τους αξία. Τόσο των θετικών παραδειγμάτων, που θα πρέπει να μιμηθεί ο πιστός, όσο και των αρνητικών, που οφείλει ν᾿ αποφύγει.

Ο ιερός Ανδρέας αντλεί τις υποθέσεις του από διάφορα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Οι περισσότερες είναι παρμένες από τη Μωσαική Πεντάτευχο, δεν λείπουν όμως και από άλλα βιβλία, όπως του Ιησού του Ναυή, των Κριτών, των Βασιλειών, των Ψαλμών, του Ιώβ, του Ιωνά, του Ιερεμία και του Δανιήλ.

Η θ´ ωδή είναι η μόνη που προέρχεται από την Καινή Διαθήκη (Λουκ. 1,46-55), γι᾿ αυτό και ο άγιος Ανδρέας τα παραδείγματα των τροπαρίων της τα δανείστηκε αποκλειστικά απ᾿ αυτήν. Το δηλώνει άλλωστε ο ίδιος στο τέταρτο τροπάριό της, με το οποίο και αρχίζει τη χρήση Καινοδιαθηκικών παραδειγμάτων· «Της Νέας παράγω σοι / Γραφής τα υποδείγματα / ενάγοντά σε, / ψυχή, προς κατάνυξιν· / δικαίους ούν ζήλωσον, / αμαρτωλούς εκτρέπου…». Τα παραδείγματα αυτά αναφέρονται κυρίως στον Χριστό και τα θαύματά Του και είναι όλα παρμένα αποκλειστικά από τα ιερά Ευαγγέλια.

 

Η χρήση του

Ο Μέγας Κανών από την αρχή, φαίνεται, προορίστηκε για τη λατρεία. Αυτό συμπεραίνουμε απ᾿ το ποιητικό είδος του, τη σύνδεσή του με τις Βιβλικές ωδές, που ήταν στη λειτουργική χρήση της πρώτης Εκκλησίας, και την όλη διάρθωσή του με τις ικεσίες, τις λατρευτικές επικλήσεις και τα άλλα λειτουργικά του στοιχεία. Που και πότε ακριβώς πρωτομπήκε στη λειτουργική χρήση δεν μας είναι γνωστό. Ίσως σε Εκκλησίες της Κρήτης, όταν ακόμη ζούσε και επισκόπευε ο Άγιος.

Σήμερα, στη λειτουργική πράξη που επικράτησε, ο Μέγας Κανών, όπως είναι γνωστό, ψάλλεται στον Όρθρο της Πέμπτης της ε´ εβδομάδας των Νηστειών, γι᾿ αυτό και η ημέρα επικράτησε να λέγεται «Πέμπτη του Μεγάλου Κανόνος». Στα μοναστήρια συνεχίζεται η παλαιά τάξη να ψάλλεται στον Όρθρο, ενώ στους ενοριακούς ναούς των πόλεων το απόγευμα της Τετάρτης μαζί με το Μικρό Απόδειπνο.

Μαζί με την Ακολουθία του Μεγάλου Κανόνος διαβάζεται ο βίος της αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας και ψάλλεται και Κανόνας αφιερωμένος στην Οσία με ακροστιχίδα· «Συ η οσία Μαρία βοήθει». Η μνήμη της οσίας Μαρίας εορτάζεται την 1η Απριλίου και την Ε´ Κυριακή των Νηστειών. Ο συσχετισμός του βίου της με τον Μεγάλο Κανόνα και η προσθήκη αργότερα και ιδιαίτερου Κανόνα, που συντάχθηκε κάτω απ᾿ την επίδραση του πρώτου, έγινε προφανώς διότι η μεγάλη Οσία αποτελεί ένα ζωηρό υπόδειγμα ειλικρινούς μετανοίας, το οποίο άριστα συνδυάζεται με το πνεύμα και τους σκοπούς του Μεγάλου Κανόνος. Η σχετική τυπική διάταξη του Τριωδίου μας λέγει τα εξής· «Τη Τετάρτη εσπέρας, περί ώραν δ´ της νυκτός σημαίνει. Και συναχθέντες εν τη Εκκλησία, ευλογήσαντος του ιερέως, μετά τον Εξάψαλμον, το Αλληλούια και τα Τριαδικά… και αναγινώσκομεν τον βίον της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας εις δόσεις δύο. Είτα μετά τον Ν´ Ψαλμόν, αρχόμεθα ευθύς ψάλλειν τον Κανόνα αργώς και εν κατανύξει, ποιούντες εις καθέν τροπάριον μετανοίας γ´ και λέγοντες· Ελέησόν με, ο Θεός, ελέησόν με».

Η σημασία του Μεγάλου Κανόνος μες στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας πιστοποιείται κι από δύο άλλα δεδομένα που έχουμε· πρώτον ότι ορίστηκε να γίνεται το πρωΐ της Πέμπτης η θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων, δείγμα σεβασμού της λειτουργικής συνειδήσεως της Εκκλησίας προς την ημέρα που ψάλλουμε τον Μεγάλο Κανόνα, και δεύτερον ότι διαιρέθηκε σε τέσσερα μέρη και τμηματικά ψάλλεται μαζί με την Ακολουθία του Μεγάλου Αποδείπνου και τις πρώτες τέσσερις ημέρες της α´ εβδομάδας των Νηστειών.

Ο Μέγας Κανών ψάλλεται σε ήχο πλάγιο του β´. Είναι ήχος γλυκός, κατανυκτικός και εκφραστικός ιδιαίτερα του πένθους και της συντριβής της ψυχής, γι᾿ αυτό και χρησιμοποιείται πολύ στην υμνογραφία της Μεγάλης Εβδομάδας. Ο γοργός μάλιστα ειρμολογικός ρυθμός του, στον οποίο ψάλλονται τα τροπάρια του Μεγάλου Κανόνος, πέρα από την κατάνυξη και τη συντριβή που μεταδίδει, εκφράζει και την ιερή ανησυχία της υπάρξεως να επιτύχει την εν Χριστώ απολύτρωσή της.

Τα ποιητικά στοιχεία του

Ο Μέγας Κανών είναι δημιούργημα εμπνευσμένου ποιητή με πλούσιο λυρισμό και άφθονα ποιητικά στοιχεία. Οι ζωηρές περιγραφές, οι χτυπητές εικόνες, το πλήθος των παραδειγμάτων, οι πετυχημένοι συμβολισμοί και η ζωντανή και συνάμα απλή γλώσσα σε συνδυασμό και με την κατανυκτική ψαλμωδία προσδίδουν μια ξεχωριστή ομορφιά και χάρη στο ποίημα και αιχμαλωτίζουν το ενδιαφέρον του ακροατή η και του αναγνώστη.

Πιο συγκεκριμένα για τα ποιητικά στοιχεία του παρατηρούμε·

Ο άγιος Ανδρέας τηρεί προσεκτικά την ισοσυλλαβία και την ομοτονία μεταξύ ειρμών και τροπαρίων. Σπάνια πολύ διασπάται από δυσκολία του ποιητή να εύρει την κατάλληλη λέξη η από σφάλματα των αντιγραφέων. Συχνά συναντούμε την ομοιοκαταληξία, συχνότερα την παρήχηση και όχι σπάνια την επωδό. Η χρήση ερωτήσεων και η εισαγωγή διαλόγων, στην οποία καταφεύγει συχνά ο ποιητής, προσδίδει στον Κανόνα έντονη δραματικότητα.

Το ύφος του Κανόνος είναι ιδιαίτερα ζωηρό και εξωραισμένο. Τη ζωηρότητα δημιουργεί η χρήση του κλιμακωτού και ασύνδετου σχήματος και οι δυνατές αντιθέσεις σε λέξεις και έννοιες. Τη χάρη και την ομορφιά εξασφαλίζουν οι ποιητικές εικόνες, οι παρομοιώσεις, τα εντυπωσιακά επίθετα που αφθονούν και οι ωραίες σπάνιες λέξεις που χρησιμοποιεί.

Βιβλικά πρόσωπα σκιαγραφούνται με δύναμη και χάρη και ιστορικά γεγονότα περιγράφονται με θαυμαστή παραστατικότητα και εξαιρετική πυκνότητα. Δεν λείπουν βέβαια και οι επαναλήψεις, που σε πολλές περιπτώσεις είναι μονότονες και κουραστικές, όπως και μια κάποια στερεοτυπία στη δόμηση του τροπαρίου, σύμφωνα με την οποία το πρώτο μέρος περιέχει το παράδειγμα από την Αγία Γραφή και το δεύτερο τις ηθικές προεκτάσεις για μίμηση η αποφυγή. Όμως παρά τις ατέλειές του αυτές ο Μέγας Κανών είναι ένα ιδιαίτερα κατανυκτικό λειτουργικό ποίημα, καρπός βαθιάς πνευματικής εμπειρίας και δημιούργημα σπάνιας ποιητικής τέχνης.

Ο άγιος Ανδρέας ομιλεί σε πρώτο πρόσωπο. Περιγράφει με τα μελανότερα χρώματα την ψυχική του κατάσταση. Αποδίδει στον εαυτό του ειδεχθή εγκλήματα και βαρύτατα αμαρτήματα. Διερμηνεύει άραγε την προσωπική του κατάσταση και τον τρόπο που έζησε η για λόγους διδακτικούς περιγράφει την κατάσταση γενικά του ανθρώπου της αμαρτίας; Ασφαλώς θα πρέπει να δεχτούμε το δεύτερο. Ο άγιος Ανδρέας αφιερώθηκε στον Θεό απ᾿ τα νεανικά του χρόνια. Ολόκληρη η ζωή του αναλώθηκε στη διακονία της Εκκλησίας. Επομένως αποκλείεται να έζησε μια κάποια περίοδο της ζωής του σε αποστασία από το θέλημα του Θεού και υποταγμένος στην αμαρτία. Απλώς με την ελευθερία που έχει ως ποιητής και την ταπείνωση που τον διακρίνει μας παρουσιάζει τον άνθρωπο τον υποδουλωμένο στην αμαρτία σ᾿ όλο το βάθος και την έκταση της διαφθοράς του και ακόμη την εναγώνια προσπάθειά του να επιστρέψει μέσα απ᾿ το επίπονο μονοπάτι της μετανοίας κοντά στον Θεό. Και το κάνει χρησιμοποιώντας στον λόγο του πρώτο πρόσωπο και μιλώντας σαν να πρόκειται για τον ίδιο τον εαυτό του.

Ο ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ

 

 


Τη μνήμη του , μαθητή του Αγίου Γρηγορίου του Δεκαπολίτου, τιμά σήμερα , η Εκκλησία μας.
 Ο Όσιος Ιωάννης ο Ησυχαστής έζησε κατά τον 8ο αιώνα μ.Χ. και ήταν μαθητής του Αγίου Γρηγορίου του Δεκαπολίτου.
Από νεαρή ηλικία ζήλωσε τον ασκητικό βίο και απήλθε προς τον Άγιο Γρηγόριο τον Δεκαπολίτη, ίσως στον Όλυμπο, γενόμενος μοναχός και διδασκόμενος τα της μοναχικής πολιτείας.
Η υπακοή του προς τον διδάσκαλό του υπήρξε περιβόητη, γι’ αυτό δε και ο Άγιος Γρηγόριος έχαιρε και δόξαζε τον Θεό.
Μετά τον θάνατο του διδασκάλου του, κατά το παράδειγμα αυτού, αφού περιέτρεξε ξένους τόπους, ήλθε κατόπιν στα Ιεροσόλυμα, όπου και προσκύνησε τους Αγίους Τόπους.
Εκεί καλλιεργήθηκαν εντός του περισσότερο οι πηγές της ευσεβούς κατανύξεως και η αφοσίωσή του προς τον Θεό προσέλαβε νέα δύναμη και φλόγα.
Ο Όσιος Ιωάννης εγκαταβίωσε στη μονή Χαρίτωνος, όπου και κοιμήθηκε με ειρήνη.
Απολυτίκιο:
Ήχος πλ. α’. Τον συνάναρχον Λόγον.
Απαλών εξ ονύχων Χριστόν ηγάπησας, και την σην κλήσιν θεόφρον καταλαμπρύνεις σαφώς, πλήρης χάριτος οφθείς του θείου Πνεύματος, εκκαθάρας γαρ τον νούν, των Αγγέλων μιμητής, εν σώματι ανεδείχθης, Πατήρ ημών Ιωάννη, μεθ’ ων ικέτευε σωθήναι ημάς.

 

Τετάρτη 17 Απριλίου 2024

ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΠΛΟΤΗΤΑ ΓΝΩΡΙΖΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 

– Γέροντα, η μελέτη των βιβλίων και η γνώση βοηθούν να γνωρίση κάποιος τον Θεό;

– Κοίταξε να σου πω· όταν εργασθή κανείς πνευματικά και φθάση σε μια καλή πνευματική κατάσταση, βλέπει μερικά πράγματα πολύ καθαρά, με τον θείο φωτισμό, χωρίς να τα έχη γνωρίσει από τα βιβλία. Και μάλιστα τα βλέπει καθαρώτερα από άλλους που έχουν διαβάσει του κόσμου τα βιβλία.

Με την εσωτερική του καθαρότητα βλέπει καθαρά πολύ μακριά και πολύ βαθιά, γιατί έχει βγη από την κοσμική τροχιά και κινείται πλέον στην πνευματική τροχιά, στον μυστηριακό χώρο.

Όσοι απέκτησαν την εσωτερική απλότητα και καθαρότητα βλέπουν και τα υπερφυσικά πράγματα πολύ απλά, σαν φυσικά, γιατί στον Θεό όλα απλά είναι -όπως και ο Ίδιος είναι πολύ απλός, και μας το φανέρωσε ο Υιός Του επί της γης με την αγία Του απλότητα- και δεν χρησιμοποιεί μεγαλύτερη δύναμη για τα υπερφυσικά και μικρότερη για τα φυσικά, αλλά την ίδια δύναμη για όλα.

– Δηλαδή, Γέροντα, μπορεί ένας άνθρωπος χωρίς πολλή μελέτη να γνωρίση τα μυστήρια του Θεού;

– Ναι, αν έχη την αγία απλότητα, μπορεί όχι μόνο να γνωρίση, αλλά και να ζήση τα μυστήρια του Θεού. Θυμάστε εκείνον τον πολύ απλό μοναχό που αξιώθηκε να φάη μαζί με τον Χριστό;

Πριν γίνη μοναχός, ήταν βοσκός, και το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν πώς θα σωθή. Κάποτε πέρασε από τα μέρη του ένας ερημίτης και του είπε: «Αν θέλης να σωθής, να βαδίζης τον ίσιο δρόμο».

Αυτός πήρε κατά γράμμα τον λόγο του. Παίρνει λοιπόν έναν δρόμο και τρεις μέρες βάδιζε συνέχεια όλο ίσια, ώσπου τελικά έφθασε σε ένα μοναστήρι.

Εκεί ο ηγούμενος, όταν είδε τον πόθο που είχε για την σωτηρία του, τον έκανε αμέσως μοναχό και τον έβαλε να διακονή στην εκκλησία.

Μια μέρα, την ώρα που καθάριζε τον ναό, πέρασε ο ηγούμενος και τον συμβούλεψε να κάνη καλά την δουλειά του. Εκείνος, αφού άκουσε τις συμβουλές, ρώτησε τον Γέροντα δείχνοντας τον Εσταυρωμένο:

«Γέροντα, ποιός είναι αυτός που στέκεται εκεί επάνω; Έχω τόσες μέρες εδώ και δεν κατέβηκε ούτε να φάη ούτε να πιή».

Θαύμασε ο ηγούμενος την απλότητά του και του λέει: «Εγώ τον τιμώρησα να στέκεται εκεί επάνω, γιατί δεν έκανε καλά την δουλειά του».

Ο μοναχός τον άκουσε χωρίς να πη τίποτε. Το βράδυ πήρε το φαγητό του και κλείσθηκε μέσα στον ναό. Πήγε κάτω από τον Εσταυρωμένο και Του είπε με πόνο: «Κατέβα, αδελφέ, να φάμε μαζί».

Τότε ο Χριστός κατέβηκε και έφαγε μαζί με τον απλό μοναχό και του υποσχέθηκε ότι θα τον πάρη στο σπίτι του Πατέρα Του, για να ευφραίνεται αιώνια.

Πράγματι, μετά από λίγες μέρες ο απλός αυτός μοναχός κοιμήθηκε ειρηνικά. Βλέπετε, τέλεια άγνοια είχε, αλλά τί αξιώθηκε να ζήση, χάρη στην πολλή απλότητα και καθαρότητα που είχε!

Για να αναπαυθή η Χάρις του Θεού στον άνθρωπο, πρέπει να υπάρχη μέσα του αυτό το άδολο, το καθαρό. Ο Θεός χαρίζεται σε όσους έχουν εξαγνισμένη απλότητα.

Όταν προηγηθή η απλότητα και η καθαρότητα, με την θερμή πίστη και την ευλάβεια, φθάνει μετά ο άνθρωπος να έχη θεία γεγονότα και να γνωρίζη τα μυστήρια του Θεού, χωρίς να έχη γνώσεις.

Γιατί τότε φιλοξενείται μέσα του η Αγία Τριάδα και με τον θείο φωτισμό που έχει βρίσκει εύκολα τα κλειδιά των θείων νοημάτων και ερμηνεύει το πνεύμα του Θεού πολύ απλά και φυσικά, χωρίς διανοητικό πονοκέφαλο.

Όταν καθαρίσουμε την πονηρή μας καρδιά, «ἐκ τῆς ὁποίας ἐξέρχονται ὅλα τὰ κακά», θα γίνουμε καθαρά και ταπεινά δοχεία της θείας Χάριτος και θα αναπαύεται πλέον μέσα μας η Αγία Τριάδα.

Θα εύχωμαι κι εγώ για σας, καθώς κι εσείς να εύχεσθε για μένα, να βοηθήσουν ο Χριστός και η Παναγία να καθαρισθούν οι καρδιές μας, για να δούμε τον Θεό. «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται». Αμήν.

ΣΕ ΚΑΝΕΝΑ ΜΗΝ ΠΑΡΑΔΩΣΕΤΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ!

 

 

 Σε κανέναν μην παραδώσετε τον Χριστό! Ας είναι ο μοναδικός βασιλιάς της καρδιάς σας! Η πίστη στον Χριστό είναι η πραγματική ζωή, η ζωή του ίδιου του Χριστού. Με την αγάπη μας προς τον Χριστό, θα παραμείνουμε ασάλευτοι.
 Κάθε παρεξήγηση, κάθε θλίψη μας, να την υπομένετε ως ζωή του Χριστού. Υπάρχουν πολλές οδοί προς το "απόλυτο" της ανθρωπότητας, αλλά δεν υπάρχει καμία που θα μπορούσε να συγκριθεί με την οδό του Χριστού, παρά τις οποιεσδήποτε δυσκολίες.

Άγιος Σωφρόνιος Σαχάρωφ

ΝΑ ΖΗΣΕΤΕ ΒΙΟ ΕΙΡΗΝΙΚΟ ΚΑΙ ΑΓΙΟ

 


Να ζήσετε βίο ειρηνικό και άγιο, να κρατήσετε τις γραμμές των πατέρων σας, να ζήσετε τον χριστιανικό και ελληνικό βίο.

Ανδρίζεσθε και κραταιούσθε, για να μην έλθετε εις πειρασμόνΜη δίνετε σημασία στον κόσμο. Ο κόσμος εξαρχής και τους Αποστόλους και όλους τους Αγίους τους έπιασε για τρελούς «…και εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσιν». Να έχουμε την ομόνοια και την ειρήνη. Αυτά ευλογεί ο Θεός.

«Ημών το πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει». Εδώ ψευτοζούμε, λοιπόν να μη στεναχωριόμαστε ό,τι και να μας συμβεί.

Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν. Εμείς αυτό πρέπει να λέμε είτε καλά έχουμε είτε κακά.

Όπου εγωισμός, εκεί Πνεύμα Θεού δεν υπάρχει.

Δεν μπορεί να λέγεται Χριστιανός εκείνος όπου δεν έχει αγάπη. Προσποιείται τον Χριστιανό.

Ο Χριστός είναι κοντά μας, ας μη τον βλέπουμε… καμιά φορά μας δίνει και κανένα μπάτσο από πολλή αγάπη.

Πρέπει να χαίρεσαι. Καλλιτεχνική σμίλη κρατά στα χέρια του ο Ιησούς. Θέλει να σε ετοιμάσει ένα άγαλμα του ουρανίου παλατιού.

Αγάπησε τον Ένα να σε αγαπούν και τα θηρία.

Όταν υπάρχει η φλόγα της αγάπης, ό,τι κακό πλησιάζει το κατακαίει.

Ο άνθρωπος όταν δεν ζητά τα δικαιώματά του, θα φωτίσει ο Θεός τον άλλο να του τα δώσει.

Ο άνθρωπος που αγαπά πνευματικώς αισθάνεται προσευχόμενος ότι βρίσκεται εντός του Θεού και του αδελφού του. Λυπάται όταν δεν πορεύεται καλώς ο αδελφός του και προσεύχεται για την πρόοδό του. Ουδέποτε αλλάζει εκείνος που έχει τη χριστιανική αγάπη.

Πολλές φορές την ημέρα έρχεται ο Χριστός και σου χτυπά, αλλά εσύ έχεις δουλειές…

Εκείνος που ταράζεται δεν σκέπτεται λογικά, ορθά. Κάνε υπομονή και θα βραβευτείς με στέφανο.

Το Πνεύμα του Θεού να μη φεύγει από το νου και την καρδιά σας.

Ο Χριστιανός είναι πραγματικά άνθρωπος. Ξέρει όλους τους τρόπους της ευγένειας.

Όταν η καρδία μας δεν έχει την αγάπη προς τον Χριστό δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε. Είμαστε σαν πλοία που δεν έχουν φωτιά, βενζίνη στη μηχανή τους.

Όσο ο άνθρωπος απλοποιείται, θεοποιείται. Γίνεται άκακος, ταπεινός, πράος, ελεύθερος…

Αυτά που ακούμε (πολέμους, σεισμούς, καταστροφές), είναι βροντές και θα έλθει και η βροχή… Πρέπει λοιπόν να είμαστε έτοιμοι προς απολογία και μαρτύριο.

Να γίνετε άνθρωποι άξιοι της άνω Ιερουσαλήμ.

Η Χάρη του Παναγίου Πνεύματος κάνει τον άνθρωπο να εκπέμπει ακτίνες. Πρέπει όμως ο άλλος να έχει καλό δέκτη για να το καταλάβει.

Πρέπει να έχουμε στον ουρανό τα βλέμματά μας. Τότε δεν θα μας κλονίζει τίποτε.

Στη λειτουργία για να έλθει η χάρη του Θεού πρέπει να έχεις συγκέντρωση, ειρήνη και να μη σκέπτεσαι τίποτε.

Όσο ο άνθρωπος αγαπά τον Θεό, τόσο έχει αγάπη και για τους ανθρώπους. Τους αγαπά σαν εικόνες Θεού, με σεβασμό, λεπτότητα και αγιασμό.

Όταν θα δείτε τα δάκρυα, τότε είναι επίσκεψη του Θεού στην προσευχή.

Όταν κοινωνείς όχι μόνο παίρνεις δύναμη, αλλά φωτίζεσαι, βλέπεις ορίζοντες ευρείς, αισθάνεσαι χαρά… Διαφορετικά νοιώθει ο καθένας, ανάλογα με τη διάθεση και τη φλόγα της ψυχής του. Άλλος αισθάνεται χαρά και ξεκούραση, άλλος ειρήνη, άλλος πνεύμα αφοσιώσεως και άλλος μίαν ανέκφραστη αγάπη προς όλους. Ένοιωθα πολλές φορές κουρασμένος, αλλά μετά τη θεία Κοινωνία αισθανόμουν τον εαυτό μου σαν να μην είχα τίποτα.

Η αθωότητα είναι ανώτερη από την ιδιοφυΐα.

Ο άνθρωπος που έχει εγωισμό δεν ελκύει κανέναν. Και αν κάποιον ελκύσει, γρήγορα θ’ απομακρυνθεί. Ο πνευματικός σύνδεσμος γίνεται αδιάλυτος όταν συναντήσει παιδικό πνεύμα, αθωότητα και αγιασμό.

Ο άνθρωπος που δεν έχει Χριστό τα βλέπει όλα δύσκολα και σκοτεινά.

Όταν η καρδιά μας δεν έχει τον Χριστό, τότε θα βάλουμε μέσα ή χρήματα ή κτήματα ή ανθρώπους.


O ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΠΕΡΣΙΑΣ

 


Τη μνήμη του και των συν αυτώ Μαρτυρησάντων τιμά σήμερα, , η Εκκλησία μας.
 Στην Περσία υπήρχε χριστιανική κοινότητα, που οι άνθρωποι της είχαν αμεμπτή ζωή και μεγάλη αυταπάρνηση, έτοιμοι να θυσιαστούν για το όνομα και τη δόξα του Χριστού. Καρδιά αυτής της κοινότητας ήταν ο επίσκοπος Συμεών, παράδειγμα χριστιανικής ζωής.
Ο Άγιος Ιερομάρτυς Συμεών έζησε κατά τους χρόνους του βασιλέως των Περσών Σαβωρίου και ήταν προϊστάμενος των Εκκλησιών Κτησιφώντος και Σαλήκ (στη Σελευκεία). Οι Πέρσες έβλεπαν τους χριστιανούς σαν αγκάθι στο μάτι τους.
Γι’ αυτό και τους διέβαλαν στο βασιλιά Σαπώρ τον Β’, με το πρόσχημα ότι είχαν επαναστατικές διαθέσεις. Αμέσως ο Σαπώρ διέταξε να φέρουν τον επίσκοπο δεμένο μπροστά του.
Ο Συμεών διαβεβαίωσε το βασιλιά ότι η χριστιανική θρησκεία κάνει νομιμόφρονες πολίτες και όχι ανόητους επαναστάτες. Ο βασιλιάς, όμως, ήταν τόσο προκατειλημμένος εναντίον του, που διέταξε να τον φυλακίσουν. Στη φυλακή ο Συμεών γνώρισε τον Γοθαζάτ (ή Γουζθαδάτ), λιποτάκτη χριστιανό, που αλλαξοπίοτησε για να σώσει το κεφάλι του. Τότε ο Συμεών, με κατάλληλο τρόπο, συγκίνησε και πάλι την καρδιά του Γοθαζάτ για το Χριστό.
Όταν το έμαθε αυτό ο Σαπώρ, οργισμένος, αποκεφάλισε τον Συμεών και τον Γοθαζάτ, και επιπλέον άλλους 1150 χριστιανούς από την εκεί Εκκλησία, μαζί με τον πρεσβύτερο Αύδελα. Έτσι, όλοι έδωσαν τους εαυτούς τους, «προσφοράν και θυσίαν τω Θεώ εις όσμήν ευωδιάς» (1. Προς Εφεσίους ε’).
Δηλαδή, προσφορά και θυσία στο Θεό, για να είναι μπροστά Του μυρωδιά ευωδιαστή. Την τελευταία στιγμή στο στρατόπεδο των μαρτύρων, προστέθηκε και ο κουροπαλατής του βασιλιά, ονόματι Φουσίκ.
Ήταν κρυπτοχριστιανός και όταν είδε έναν από τους 1150 να δείχνει κάποια ταραχή, πλησίασε και τον προέτρεψε να μείνει πιστός μέχρι τέλους. Όταν το έμαθε αυτό ο Σαπώρ, διέταξε να τον φονεύσουν με τον πιο σκληρό τρόπο. Έτσι του έκοψαν τη γλώσσα και στη συνέχεια τον έγδαραν ζωντανό.
Απολυτίκιο:
Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Ως υποφήτης των ενθέων δογμάτων, Μαρτυρικόν συνασπισμόν επαλείφεις, λόγοις ομού και πράξεσι προς άθλους ιερούς, μεθ’ ων και συνήθλησας, Συμεών Ιεράρχα, και Χριστώ ανέδραμες, συν αυτοίς ανακράζων. Ιδού ημείς ως πρόβατα σφαγής, τη ση αγάπη, Σωτήρ ελογίσθημεν.

Τρίτη 16 Απριλίου 2024

ΠΟΙΟΣ ΕΙΣΑΙ;

 

π.Ανδρέας Θεμιστοκλέους

Ποιος είσαι;
Γιατί μιλάς σε μένα;
Γιατί τώρα;

Εδώ γείτονες ένα καλημέρα, και πέρα απ αυτό κανείς δε μιλάει.

Κανείς τον πόνο του άλλου δε κοιτάει. Δε νοιάζεται και δεν χαλά τη μέρα του για κάποιον που πονάει.

Γλυκός μου φαίνεσαι….. Θυμήθηκα!

Πάνε κάποιες μέρες τώρα «ώ γλυκύ μου έαρ γλυκύτατο μου τέκνον»

Είναι δυνατόν! Όχι! Όχι! Γιατί μιλάς σε μένα; Γιατί τώρα; Ποιος είσαι τέλος πάντων;

Ξαφνικά ένας χείμαρρος από μέσα μου πηδάει. Τι κλάμα κι αυτό!

Σπάραξα απ το κλάμα! Ίσως τα λόγια σου, η εικόνα που σχημάτισα στο νου για σένα.

Δεν ξέρω. Ένα ξέρω, πως ο χείμαρρος τα πήρε όλα, τα ανακάτεψε, έφερε μνήμες και θύμησες παλιές και όχι μόνο. Αυτές με πόνεσαν, ξανά ξανά στο κλάμα.

Παιδί του Θεού εγώ! Κάποιο λάθος κάνεις!

Εμένα η ζωή μου δεν είναι καλή, και ξαφνικά εμφανίζεσαι σύ κι αναρωτιέμαι γιατί μιλάς σε μένα και γιατί τώρα;

Αχ μάνα μου πες μου ποιος είναι αυτός, εσύ ίσως τον ξέρεις.

Έλα πατέρα μίλα μου πες μου γι αυτόν ποιος είναι. Άγγελος μήπως, είναι ψέμα!

Βαρέθηκα, κουράστηκα, σε τούτη τη γη το ψέμα.

Τόση αγάπη, τόσο φώς, τόση ελπίδα, δεν έχω δει ποτέ σ αυτή μου τη πατρίδα.

Χριστέ σου άνοιξα! Εσύ εδώ! Πως και γιατί δεν ξέρω!

Σ ευχαριστώ όμως πραγματικά για όλα σου τα δώρα!

ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ:ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ Ο ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΚΑΝΩΝ-ΚΑΝΟΝΙΚΩΣ ΑΔΥΝΑΤΟΣ Ο ΣΥΝΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΜΕ ΕΜΜΕΝΟΝΤΕΣ ΣΤΗΝ ΑΙΡΕΣΗ

 

Ο Πασχάλιος Κανών δεν μπορεί ποτέ να αλλαγή, διότι αυτό αποτελεί βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος, σημειώνει ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ σε ανακοίνωση της Ιεράς Μητροπόλεως και προσθέτει ότι “ο συνεορτασμός με κατεγνωσμένους αιρετικούς εμμένοντας εις την αίρεσιν και την κακοδοξίαν, ως οι σύγχρονοι Αντιχαλκηδόνιοι, Ρωμαιοκαθολικοί και Προτεστάντες είναι κανονικώς αδύνατος”.

Η Ιερά Μητρόπολη Πειραιώς εξέδωσε ανακοίνωση με  τίτλο: «ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑΛΙΟΥ ΚΑΝΟΝΟΣ. ΔΥΝΑΤΑΙ ΝΑ ΑΛΛΑΓῌ;» στην οποία, μεταξύ άλλων, καταλήγει σημειώνοντας: “ἡ τυχόν παράβασις ἐπιφέρει τραγικάς Κανονικάς συνεπείας, ἀλλοιώνει τήν Ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία καί νοθεύει τήν ἀκαινοτόμητο ἀποκάλυψι τοῦ Αἰωνίου Θεοῦ διά τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν Θεοφόρων Πατέρων καί τῶν Ἁγίων Ἐννέα Οἰκουμενικῶν Συνόδων, διότι χρέος μέγιστον πάντων, Κληρικῶν καί λαϊκῶν, εἶναι ἡ τήρησις τῆς ἀμωμήτου παρακαταθήκης τῆς πίστεως, ὥστε στό ἐρώτημα τοῦ Κυρίου «πλὴν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐλθὼν ἆρα εὑρήσει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς;» (Λουκ. 18,8), νά δυνάμεθα νά ἀπαντήσουμε ἐν ἀληθείᾳ”.

Αναλυτικά το ανακοινωθέν:

«Πάντας τοὺς τολμῶντας παραλύειν τὸν ὅρον τῆς ἁγίας καὶ μεγάλης συνόδου τῆς ἐν Νικαίᾳ συγκροτηθείσης ἐπὶ παρουσίᾳ τῆς εὐσεβείας τοῦ θεοφιλεστάτου βασιλέως Κωνσταντίνου, περὶ τῆς ἁγίας ἑορτῆς τοῦ σωτηριώδους Πάσχα, ἀκοινωνήτους καὶ ἀποβλήτους εἶναι τῆς ἐκκλησίας, εἰ ἐπιμένοιεν φιλονεικότερον ἐνιστάμενοι πρὸς τὰ καλῶς δεδογμένα, καὶ ταῦτα εἰρήσθω περὶ τῶν λαϊκῶν. Εἰ δέ τις τῶν προεστώτων τῆς ἐκκλησίας, ἐπίσκοπος, ἢ πρεσβύτερος, ἢ διάκονος, μετὰ τὸν ὅρον τοῦτον τολμήσειεν ἐπὶ διαστροφῇ τῶν λαῶν καὶ ταραχῇ τῶν ἐκκλησιῶν ἰδιάζειν, καὶ μετὰ τῶν Ἰουδαίων ἐπιτελεῖν τὸ Πάσχα· τοῦτον ἡ ἁγία σύνοδος ἐντεῦθεν ἤδη ἀλλότριον ἔκρινε τῆς ἐκκλησίας, ὡς οὐ μόνον ἑαυτῷ ἁμαρτίας ἐπισωρεύοντα, ἀλλὰ πολλοῖς διαφθορᾶς καὶ διαστροφῆς γινόμενον αἴτιον· καὶ οὐ μόνον τοὺς τοιούτους καθαιρεῖ τῆς λειτουργίας, ἀλλὰ καὶ τοὺς τολμῶντας τούτοις κοινωνεῖν μετὰ τὴν καθαίρεσιν. Τοὺς δὲ καθαιρεθέντας ἀποστερεῖσθαι καὶ τῆς ἔξωθεν τιμῆς, ἧς ὁ ἅγιος Κανὼν καὶ τὸ τοῦ Θεοῦ ἱερατεῖον μετείληφεν».

Α΄ Ἱερός Κανών τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ τοπικῆς Συνόδου (341 μ.Χ.), ὁρισμένως ἐπικυρωθείς ἀπό τόν Β΄ Ἱερό Κανόνα τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (691 μ.Χ.).

Ἑ ρ μ η ν ε ί α.

«Ὁ παρών Κανών, ἀφορίζει μὲν τοὺς λαϊκοὺς ἐκείνους ὅπου παραβαίνουν τὸν διορισμὸν καὶ τὸ Κανόνιον ὅπου ἡ πρώτη Σύνοδος ἐξέδωκε, παρόντος καὶ τοῦ μεγάλου Κωνσταντίνου, διὰ τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα (ὅτι δηλ. νά ἑορτάζεται αὕτη ὕστερα ἀπὸ τὴν ἰσημερίαν, καὶ ὄχι μαζή μὲ τοὺς Ἰουδαίους) καὶ ὄχι μόνον παραβαίνουν αὐτόν, ἀλλὰ καὶ φιλονεικοῦντες στέκονται ἐνάντιοι. Τοὺς δὲ Ἐπισκόπους, Πρεσβυτέρους καὶ Διακόνους ὅπου ἢθελαν παραβοῦν αὐτὸν ταράττοντας τὴν Ἐκκλησίαν, καὶ ἢθελαν τολμήσουν νά ἑορτάσουν τὸ Πάσχα μαζή μὲ τοὺς Ἰουδαίους, καθαίρει τόσον ἀπὸ κάθε ἱερατικὴν καὶ ἐσωτερικὴν τοῦ βήματος ἱεροπραξίαν, ὅσον καὶ ἀπὸ κάθε ἄλλην ἐξωτερικὴν τιμήν, ἀνήκουσαν εἰς τοὺς Ἱερωμένους(ἤτοι τὸ νά ἔχουν τὸ ὄνομα τῶν Ἱερωμένων, τὸ νά συγκάθηνται μὲ τοὺς Ἱερεῖς, καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν, τάς ἔξωθεν τοῦ βήματος ἐνεργείας, κατὰ τὸν Βαλσαμῶνα, (περὶ οὗ ὅρᾳ τὸν α΄. καὶ β΄. τῆς ἐν Ἀγκύρᾳ καὶ θ΄. Νεοκαισσαρείας), ἐπειδὴ οἱ τοιοῦτοι καὶ τὸν ἑαυτὸν τους ἔβλαψαν μὲ τὴν παράβασιν αὐτήν, καὶ τοὺς ἄλλους ἒκαμαν νά παραβοῦν. Ὄχι μόνον δὲ καθαίρει τοὺς παραβάτας τούτους Ἱερωμένους, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τοὺς συγκοινωνήσαντας μὲ αὐτοὺς Ἱερωμένους παρομοίως συγκαθαίρει. Ὅρᾳ καὶ τὸν ζ΄. Ἀποστολικόν». Ὁ περί τοῦ Πάσχα διορισμός ἔγινε ὑπό τῆς Ἁγίας Α΄ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (325 μ.Χ.), περιλαμβανόμενος εἰς τά Πρακτικά Αὐτῆς, ὅπως μαρτυρεῖ ἡ ἰδία Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος εἰς τήν πρός τούς Ἀλεξανδρεῖς Ἐπιστολήν της, πού περιλαμβάνεται ἐν κεφαλαίῳ Θ΄ βιβλ. Α΄ τῆς Ἱστορίας τοῦ Σωκράτους λέγουσα: «εὐαγγελιζόμεθα δ’ ὑμῖν περί τῆς συμφωνίας τοῦ Ἁγιωτάτου Πάσχα ὅτι ὑμετέραις εὐχαῖς κατορθώθη καί τοῦτο τό μέρος […] Ἐπιπροσθέτως, εἰς τήν ρύθμισιν ἀναφέρονται καί ὁ Ἐπιφάνιος αἱρεσ. 69. καί ὁ Εὐσέβιος ἐν τῇ ζωῇ Κωνσταντίνου, βιβλ. Γ΄ κεφ. 18. καί Ἐκκλησιαστ. Ἱστορ. βιβλ. Α΄ κεφ. Θ΄ (ἤ παρ’ ἄλλους Η΄). Σωζόμενος βιβλ. Λ΄ κεφ. ΚΑ΄, Σωκρ. βιβλ. ΣΤ΄ κεφ. ΙΣΤ΄ καί ΙΗ΄. Ὁ Ἐπιφάνιος αἱρέσει 6. λέγει ὅτι «οἱ αἱρετικοί Αὐδιανοί μετά Ἰουδαίων ἐπιτελοῦν τό Πάσχα, ὅτι δῆθεν οὕτως ἦν ἡ Ἐκκλησία φερομένη, παλαιόθεν δηλαδή».

Ὁ Θεοφώτιστος Ἁγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, πού ἑρμηνεύει τόν ἀνωτέρω κανόνα, ὑπομνηματίζων τόν Ζ΄ Κανόνα τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων, ὁ ὁποῖος ὁμοῦ μετά τῶν λοιπῶν 54 Ἀποστολικῶν Κανόνων ὁρισμένως ἐπικυρώνεται ἀπό τόν Β΄ Κανόνα τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί διαγορεύει ὅτι «Εἴ τις ἐπίσκοπος, ἢ πρεσβύτερος, ἢ διάκονος, τὴν ἁγίαν τοῦ Πάσχα ἡμέραν πρὸ τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας μετὰ Ἰουδαίων ἐπιτελέσοι, καθαιρείσθω», ἀναφέρει ὅτι ὁ θεῖος Χρυσόστομος λέγει: «χρόνου ἀκρίβειαν καί ἡμερῶν παρατήρησιν δέν ἠξεύρη ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία. Ἐπειδή ὅσες φορές τρώγει τόν ζωοποιόν ἄρτον τοῦτον καί τό ποτήριον τοῦτο πίνει, καταγγέλλει τόν θάνατον τοῦ Κυρίου καί Πάσχα ἐπιτελεῖ ̇ ἀλλ’ ἐπειδή εἰς τήν Πρώτη Σύνοδον ἐσυνάχθησαν οἱ Πατέρες καί ἐδιώρισαν πότε νά γίνεται τό Πάσχα, τιμῶσα ἡ Ἐκκλησία πανταχοῦ τήν συμφωνίαν καί ἕνωσι, ἐδέχθη τόν διορισμό πού ἐκεῖνοι ἔκαναν. Λοιπόν ἔπρεπε κατά τόν Χρυσόστομον νά προτιμήσουν καί οἱ Λατῖνοι τήν συμφωνίαν καί ἕνωσι τῆς Ἐκκλησίας περισσότερο ἀπό τήν παρατήρησι τῶν χρόνων καί ὄχι νά ἀτιμάζουν τούς τριακοσίους ἐκείνους Θεοφόρους Πατέρας, ὅπου ἐνομοθέτησαν τοῦτο κατά θεῖον φωτισμόν, νομίζοντες τούτους ὡς ἀνοήτους καί ὑβρίζοντες εἰς τήν κοινήν Μητέρα πάντων ἡμῶν Ἐκκλησίαν […] καί βλέπε ἀγαπητέ πῶς ὁ θεῖος Χρυσόστομος ὀνομάζει σχιματικούς τούς Λατίνους, (σ.σ. σήμερον ἔχουν ἀποβῇ καί αἱρετικοί) διότι ἐκαινοτόμησαν τό Πασχάλιόν τους» (Πηδάλιον, σελ. 9, Ἐκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1998).

Ἑπομένως, τό μεῖζον θέμα πού τίθεται μέ τήν τυχόν ἀμφισβήτησιν τοῦ Πασχαλίου Κανόνος τῆς Ἁγίας Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου εἶναι ἡ ὕβρις κατά τῆς Θεοπνευστίας τῆς Ἁγιωτάτης ἡμῶν Ἐκκλησίας καί τῆς πίστεως ὅτι ἐν Αὐτῇ ἐνοικεῖ ὁ Παράκλητος Ἀγαθός, τό Πανάγιον καί ζωοποιόν Πνεῦμα πού ὁδηγεῖ Αὐτήν εἰς πᾶσαν τήν Ἀλήθειαν, κατά τήν ἀψευδῆ ἐπαγγελία τοῦ Δομήτορος Αὐτῆς Κυρίου: «ὅταν δὲ ἔλθῃ ἐκεῖνος, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν» (Ἰω. 16, 13) καί ἡ ἀναπόδραστος διαίρεσις τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας εἰς τούς καινότομους ὑβριστάς τῆς Θεοπνευστίας Της καί εἰς τούς θεοφιλῶς καί θεαρέστως ὑπερασπίζοντας Αὐτήν, ἐν περιπτώσει ἀλλαγῆς τοῦ Πασχαλίου Κανόνος.

Tό Γραφεῖον Τύπου τῆς «Ἱ. Συνόδου τῆς Καθολικῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἑλλάδος» ἐξέδωσε δελτίον τύπου σχετικῶς μέ τήν ἡμερομηνιακήν διαφοράν εἰς τόν ἑορτασμόν τοῦ Πάσχα μεταξύ Ἀνατολῆς καί Δύσεως, ὅπου μεταξύ ἄλλων ἀναφέρει, ὡς ἀναγράφεται εἰς τήν ἐφημερίδα «Καθολική» τῆς 23ης Φεβρουάριου 2024:

«…Ἡ Δύση καί ὁ περισσότερος χριστιανικός κόσμος σέ ὅλη τή γῆ, ἐφαρμόζοντας τόσο τό πνεῦμα ὅσο καί τό γράμμα τοῦ κανόνα της Νίκαιας, γιορτάζουν ἐφέτος τό Πάσχα στίς 31 Μαρτίου, διότι ἡ πρώτη πανσέληνος τῆς Ἀνοίξεως εἶναι στίς 25 Μαρτίου, ἡμέρα Δευτέρα. Ἡ Ἀνατολή, ἀκολουθώντας τό Ἰουλιανό («Παλαιό») Ἡμερολόγιο γιά τόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα, μέ 13 μέρες διαφορά ἀπό τό Γρηγοριανό, θεωρεῖ τήν πανσέληνο τῆς 25ης Μαρτίου ὡς τελευταία πανσέληνο τοῦ Χειμῶνα…πρέπει λοιπόν νά βρεῖ τήν «πρώτη» πανσέληνο τῆς Ἀνοίξεως κατά τούς δικούς της (λανθασμένους) ὑπολογισμούς. Ἡ πανσέληνος αὐτή εἶναι στίς 24 Ἀπριλίου, ἡμέρα Τετάρτη. Κι ὅμως τό Πάσχα δέν θά ἑορταστεῖ στίς 28 Ἀπριλίου, Κυριακή μετά τήν πανσέληνο), διότι ὑπεισέρχεται ἕνας ἄλλος λανθασμένος ὑπολογισμός…Ἡ Ἀνατολή γιορτάζει σωστά τό Πάσχα, σύμφωνα μέ τό γράμμα καί τό πνεῦμα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τῆς Νίκαιας, μόνον ὅταν συνεορτάζει μέ τή Δύση».

«Ὁ Παπισμός σκοπίμως δέν ἀναφέρει μία καθοριστικήν παράμετρον διά τόν ὑπολογισμόν: ὁ ἑορτασμός τοῦ Πάσχα νά γίνεται μετά τό «νομικόν φάσκα», δηλ. τό ἐβραϊκόν πάσχα, συμφώνως πρός τούς ὑπολογισμούς τῶν Ἁγίων Πατέρων. ’Εφέτος τό «νομικόν» εἶναι 28/4 (εἰς τήν συναγωγήν 22/4- 30/4), τῶν ’Ορθοδόξων 5/5, ἐνῶ τῶν Λατίνων 31/3. Τό 2025, τό «νομικόν» εἶναι 17/4 (εἰς τήν συναγωγήν 12/4-20/4), ἐνῶ τῶν ’Ορθοδόξων καί Λατίνων 20/4. Τό 2026, τό «νομικόν» εἶναι 6/4 (εἰς τήν σύναγωγήν 1/4-9/4), τῶν ’Ορθοδόξων 12/4, ἐνῶ τῶν Λατίνων 5/4. Συμπέρασμα: οἱ παπικοί ὄχι μόνον παραβαίνουν τήν Α΄ Οἰκουμενικήν, ἀλλά ἐπιπλέον καταλήγουν πολλάκις νά ἑορτάζουν πρίν ἤ παραλλήλως μέ τό ἑβραϊκόν πάσχα. Ἡλίου φαεινότερον ὅτι ἡ Δύσις ἑορτάζει ὀρθῶς, μόνον ὅταν ἀκολουθῆ τήν Ἀνατολήν » (ἐφημ. Ὀρθ. Τύπος, 5-4-24).

Μετά τήν Ἁγίαν Α΄ Οἰκουμενικήν Σύνοδον καί τά ὑπό τῶν Θεοφόρων Πατέρων δι’ Ἁγίου Πνεύματος τεθεσπισθέντα, ὁ καθορισμός τοῦ Πάσχα δέν εἶναι πλέον θέμα ἀστρονομικῆς ἀκριβείας, οὔτε ἐφαρμογῆς τῆς λανθασμένης Μετωνίου ἐπακτῆς Ε ἤ τῆς ἀκριβεστέρας ἀστρονομικῶς ἐπακτῆς e, ἀλλά ὑπακοῆς εἰς τήν αἰώνιον ρύθμισιν τοῦ Παναγίου Πνεύματος.

Ὅσον ἀφορᾷ εἰς τήν δυνατότητα συνεορτασμοῦ τοῦ Ἁγίου Πάσχα μετά κατεγνωσμένων αἱρετικῶν, ὑπό τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, αὐτό ἀποτελεῖ ἄρνησι τοῦ Κανονικοῦ πλαισίου τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας καί κατά ταῦτα τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν Αὐτῇ, κατά τάς ἐπιταγάς τοῦ προμνημονευθέντος Ζ΄ Κανόνος τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων, ὁ ὁποῖος ἐπί ποινῇ καθαιρέσως ἀπαγορεύει τόν συνεορτασμόν μετά τῶν Ἰουδαίων καί κατ’ ἐπέκτασιν μετά τῶν κατεγνωσμένων αἱρετικῶν, μετά τῶν ὁποίων ἡ τυχόν συνευχή ἐπιφέρει τόν ἀφορισμόν καί τήν ἀποκοπήν ἀπό τήν Ἐκκλησίαν, κατά τάς διατάξεις τοῦ ΜΕ΄ ἱεροῦ Κανόνος τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων: «Ἐπίσκοπος, ἢ πρεσβύτερος, ἢ διάκονος, αἱρετικοῖς συνευξάμενος μόνον, ἀφοριζέσθω· εἰ δὲ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς ὡς κληρικοῖς ἐνεργῆσαί τι, καθαιρείσθω» καί τοῦ ΜΣΤ΄: «Ἐπίσκοπον, ἢ πρεσβύτερον, αἱρετικῶν δεξαμένους βάπτισμα ἢ θυσίαν, καθαιρεῖσθαι προστάττομεν. Τίς γὰρ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαρ; ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου;» ὁρισμένως ἐπικυρωθέντων ἀπό τόν Β΄ Κανόνα τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Παρέλκει νά ἀναφέρωμεν ὅτι οἱ λεγόμενοι Ἀντιχαλκηδόνιοι εἶναι κατεγωσμένοι αἱρετικοί ἀπό τήν Δ΄, Ε΄ καί ΣΤ΄ Οἰκουμενικάς Συνόδους, οἱ Ρωμαιοκαθολικοί ἀπό τήν Η΄ καί Θ΄ Οἰκουμενικάς Συνόδους καί ὁ συμφυρμός τῶν Προτεσταντῶν ἀπό τήν Γ΄ καί τήν Ζ΄ Οἰκουμενικάς Συνόδους.

Θά πρέπει κανείς νά εἶναι ἐγωπαθής διά νά θεωρεῖ τόν ἑαυτόν του «κανόνα ἑρμηνείας» τῶν Ἱερῶν τῆς Πίστεως διά νά ἀντιπαρέρχεται τόν θεῖο Ἀπόστολο Παῦλο, πού ἐκλήθη εἰς τήν ὁδόν πρός Δαμασκόν ὑπό τοῦ Κυρίου, πού ἀνῆλθε ἕως τρίτου οὐρανοῦ καί ἀπεκλήθη στόμα Χριστοῦ, διακελεύοντα «αἱρετικόν ἄνθρωπον μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος » (Τίτ. 3, 10-11), καθώς καί τόν ἀποκληθέντα «μαθητήν τῆς ἀγάπης», τόν Ἰωάννην τόν Εὐαγγελιστήν, ὁ ὁποῖος παραγγέλλει μέ δριμύτητα διά τούς ἐμμένοντας αἱρετικούς : «εἴ τις ἔρχεται πρὸς ὑμᾶς καὶ ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει, μὴ λαμβάνετε αὐτὸν εἰς οἰκίαν, καὶ χαίρειν αὐτῷ μὴ λέγετε ̇ ὁ γὰρ λέγων αὐτῷ χαίρειν κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς» (Β΄ Ἰωαν. 10-11).

Ἀσφαλῶς οὐδείς ἐχέφρων δύναται νά κατηγορήσῃ τούς Ἁγίους Ἀποστόλους ὡς φανατικούς, ὡς μισανθρώπους, ὡς φονταμενταλιστάς, διότι ὡς θεόσοφοι γνωρίζουν ὅτι ἡ μεταστροφή τῶν κακοδόξων δέν μπορεῖ νά γίνει μέ θωπεῖες, ὡραιολογίες καί συσχηματισμούς, ἀλλά μόνον μέ τήν ἀκραιφνῆ προβολή τῆς Ἀληθείας. Φωτεινόν παράδειγμα ὁ Ἅγιος ἔνδοξος Νεομάρτυς, Κωνσταντῖνος ὁ Ὑδραῖος, πού ἐξισλαμισμένον προύχοντα τῶν Ὀθωμανῶν, ἡ χήρα ἁγία μητέρα του, κυρα-Μαρίνα ἡ Ὑδραία δέν τοῦ ἄνοιξε τήν πόρτα του πατρικοῦ του σπιτιοῦ, ὅταν γύρισε χρυσοφορεμένος στό νησί του καί αὐτό τό γεγονός τόν συνεκλόνισε καί ἀπέβη ἡ ἀρχή τῆς σωτηρίας του. Πῶς θά ἦτο σήμερα ὁ χριστιανικός κόσμος ἐάν ἡ Ὀρθόδοξος Καθολική Ἐκκλησία, ἀντί νά συμμετέχει στούς ἀτέρμονες, «ἀνοσίους» κατά τόν ἐπί εἰκοσαετίαν συμπρόεδρον τοῦ μετά τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν διαλόγου, ἀοιδίμου Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας, κυροῦ Στυλιανοῦ καί ἀνουσίους διαλόγους καί στούς διεθνιστικούς κατ’ ἐπίφασιν Χριστιανικούς Ὀργανισμούς, προσφέρουσα οὐσιαστικῶς ἄλλοθι καί ἀναγνώρισι στήν κακοδοξία ὡς δῆθεν διαφορετικότητα, τηροῦσε τήν ἐντολή τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί τῶν Θεοφόρων Πατέρων καί διακήρυσσε ἀδιαπτώτως τήν μοναδικότητα τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας – Σώματος Χριστοῦ, στηλιτεύουσα τήν κακοδοξία καί τήν αἵρεσι καί ἀποδεικνύουσα συνεχῶς τήν σχάσι τους ἀπό τήν Ἀλήθεια – Χριστός καί προσκαλοῦσα εἰς μετάνοιαν;

Κατά ταῦτα, ὁ Πασχάλιος Κανών δέν μπορεῖ ποτέ νά ἀλλαγῇ, διότι αὐτό ἀποτελεῖ βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ὁδήγησε τούς Θεοφόρους Πατέρας εἰς τήν αἰώνιον σχετικήν ρύθμισιν, καί κατά τῆς Θεοπνευστίας τῆς Ἐκκλησίας, πού δογματίζει ὅτι ἐνοικεῖ εἰς Αὐτήν τό Πανάγιον Πνεῦμα καί ὁ συνεορτασμός μέ κατεγνωσμένους αἱρετικούς ἐμμένοντας εἰς τήν αἵρεσιν καί τήν κακοδοξίαν, ὡς οἱ σύγχρονοι Ἀντιχαλκηδόνιοι, Ρωμαιοκαθολικοί καί Προτεστάντες εἶναι κανονικῶς ἀδύνατος, διότι ἡ τυχόν παράβασις ἐπιφέρει τραγικάς Κανονικάς συνεπείας, ἀλλοιώνει τήν Ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία καί νοθεύει τήν ἀκαινοτόμητο ἀποκάλυψι τοῦ Αἰωνίου Θεοῦ διά τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν Θεοφόρων Πατέρων καί τῶν Ἁγίων Ἐννέα Οἰκουμενικῶν Συνόδων, διότι χρέος μέγιστον πάντων, Κληρικῶν καί λαϊκῶν, εἶναι ἡ τήρησις τῆς ἀμωμήτου παρακαταθήκης τῆς πίστεως, ὥστε στό ἐρώτημα τοῦ Κυρίου «πλὴν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐλθὼν ἆρα εὑρήσει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς;» (Λουκ. 18,8), νά δυνάμεθα νά ἀπαντήσουμε ἐν ἀληθείᾳ.

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ